Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. ΣΤ΄
Τίτλος: | Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. ΣΤ΄ |
Εκδότης: | Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών |
Συντελεστές: | Κώστας Δαφνής |
Έτος έκδοσης: | 1984 |
Σελίδες: | 322 |
Θέμα: | Κείμενα (1819-1822) |
Χρονική κάλυψη: | 1815-1822 |
Περίληψη: |
Στον ΣΤ' Τόμο δημοσιεύονται τα κείμενα του Καποδίστρια που αναφέρονται στα χρόνια 1819, 1820, 1821, 1822. Ο αύξων αριθμός των εγγράφων είναι ενιαίος με εκείνο των εγγράφων του Ε' τόμου, δεδομένου ότι αποτελούν μια ενότητα. Αναφέρονται όλα - υπομνήματα, εκθέσεις, εγκύκλιοι, επιστολές - στη διπλωματική δραστηριότητα του Καποδίστρια ως υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας στα χρόνια 1815-1822.
Την ολοκλήρωση της δημοσίευσης των κειμένων της περιόδου αυτής συνοδεύουν σύντομες σημειώσεις, που διαγράφουν συνοπτικά το πλαίσιο της πολιτικής κατάστασης της Ευρώπης, μεταξύ 1819 καί 1822, μέσα στο οποίον κινήθηκε ο Καποδίστριας, πίνακας των εγγράφων των δύο τόμων με κατατοπιστικές περιλήψεις και ευρετήρια κυρίων ονομάτων, ώστε η έκδοση να είναι απόλυτα χρηστική. Εκτενής διεθνής βιβλιογραφία, όπου αναγράφονται εξαντλητικά πηγές και δημοσιεύματα, παρέχουν τη δυνατότητα στους ενδιαφερόμενους για μια γενικότερη θεώρηση, με αφετηρία πάντα τα Καποδιστριακά κείμενα, της ευρωπαϊκής ιστορίας σε μια κρίσιμη φάση εθνικών, πολιτικών και κοινωνικών μετασχηματισμών.
Σημειώνουμε ότι βασικό κείμενο για την πιο άνετη προσπέλαση των κειμένων της δημόσιας δράσης του Καποδίστρια είναι η «Αυτοβιογραφία» του, η οποία δημοσιεύθηκε στον Α' Τόμο του Αρχείου. Ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε σκοπιμότητες, που δέσμευαν την απόλυτα ελεύθερη έκφραση των απόψεων και σκέψεων του Καποδίστρια σχετικά με πρόσωπα και γεγονότα, το κείμενο αυτό μας δίνει τη γραμμή πλεύσης για την αποκρυπτογράφηση των ενεργειών και κινήσεων του υπουργού της Ρωσίας κατά το χειρισμό καίριων θεμάτων.
Κ. ΔΑΦΝΗΣ
|
Το Βιβλίο σε PDF: | Κατέβασμα αρχείου 42.14 Mb |
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/202.gif&w=550&h=800
να προστατεύσουν στην Ανατολή και που δεν έχουν επιπλέον στις όχθες της Μαύρης θάλασσας κτήσεις, των οποίων το εμπόριο και η ευημερία, αφού είχαν μια τόσο επιτυχημένη ανάπτυξη κάτω από την προστασία των ειδικών τους προνομίων, θα εξασθένιζαν σε λίγο, αν στερούνταν συμφωνίες κηδεμονίας, στις οποίες όφειλαν και την αιφνίδια γέννησή τους και τη θαυματουργή ανάπτυξή τους.
Ζυγισμένες με όλη την προσοχή που απαιτούν, αυτές οι τόσο σοβαρές σκέψεις, μας κάνουν να πιστέψουμε πως όσο επιβάλλεται να πάρουμε θέση που επιτρέπει στην πορεία των γεγονότων να κατευθύνει τις αποφάσεις των συμμαχικών αυλών κατά τις ανεξιχνίαστες βουλές της θείας Πρόνοιας, άλλο τόσο φαίνεται χρήσιμο και αναγκαίο η Ρωσία, χωρίς να απομακρυνθεί από το γράμμα των καθηκόντων που της υπαγορεύουν αυτές οι συνθήκες, να εξακολουθήσει για την ώρα να ακολουθεί με καινούργιες μεθόδους τον πρώτο σκοπό, που είχε κατά νου: τη διατήρηση της τουρκικής κυβέρνησης (διακυβέρνησης) με όρους σύμφωνους προς τις θρησκευτικές και πολιτικές της υποχρεώσεις.
» Ad secundum: Εάν τέτοια είναι η απόφαση που παίρνει, οφείλει να εμπιστεύεται αποκλειστικά στην επιρροή που οι συμμαχικές αυλές θα ασκήσουν πάνω στην τουρκική κυβέρνηση, με όλα τα ενδεχόμενα ενός προνομιακού και τιμητικού συμβιβασμού;
Αυτό το θέμα, έχοντας περιορισθεί στα πραγματικά του όρια, καθίσταται εύκολο να επιλυθεί, γιατί κατά βάθος θα εμπιστευόμασταν τα συμφέροντά μας σε μια ξένη μεσολάβηση, που θα είχε προκύψει από τη δύναμη των περιστάσεων, και από την οποία η Ρωσία, ούτε όμως και τα γενικά συμφέροντα, δεν θα είχαν κανένα όφελος ούτε για το παρόν ούτε για το μέλλον.
Θα ήταν περιττό να κάνουμε μακροχρόνιες παρατηρήσεις, προκειμένου να αποδείξουμε τα πολυάριθμα άτοπα, που η Ρωσία θα φοβόταν δικαίως από ένα συμβιβασμό που θα είχε συνομολογηθεί από άλλες Δυνάμεις, για λογαριασμό της, αλλά χωρίς την παρουσία της.
Και κατ’ αρχήν, κατά πάσα πιθανότητα, αυτός ο συμβιβασμός δεν θα βασιζόταν στις τελευταίες προτάσεις που απευθύναμε στην Πύλη, γιατί αν μια ξένη επιρροή θα είχε κατορθώσει να τις κάνει αποδεκτές, ασφαλώς δεν θα είχαμε αντιμετωπίσει άρνηση σήμερα, και ο βαρώνος Στρόγγανωφ δεν θα είχε βρεθεί στην ανάγκη να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη.
Επειδή δε θα μπορούσαμε, εν τούτοις, να υιοθετήσουμε άλλες διαπραγματευτικές βάσεις, ας υποθέσουμε για μια στιγμή ότι η μεσολάβηση των άλλων αυλών επιτυγχάνει τη συγκατάθεση της τουρκικής κυβέρνησης: θα προέκυπτε απ’ αυτό ότι θα είχαμε συνάψει μαζί της μια προνομιακή και διαρκή ειρήνη; Μπορούμε λογικά να δεχθούμε ότι οι ξένες Δυνάμεις θα έκαναν τους Τούρκους να την προσυπογράψουν, χωρίς να τους εγγυηθούν μια διαρκή
Σελ. 202
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/203.gif&w=550&h=800
παρέμβαση σε όλες τις συζητήσεις τους με τη Ρωσία, πάνω στην εκτέλεση της συνθήκης του Βουκουρεστίου, πάνω στη διοίκηση της Βλαχίας και της Μολδαβίας, πάνω στην αντιπαραχώρηση ενός μέρους της ασιατικής παραλίας, πάνω στις εμπορικές συμφωνίες κλπ.;
Ποιες θα ήταν τότε οι σχέσεις μας με την Πύλη: ότι δεν έχουμε δικαίωμα να αποφαινόμαστε ότι δεν αποδεχόμαστε καμμιά συνθήκη, κανένα συμβιβασμό, εάν πρόκειται να συνομολογηθεί με ξένη μεσολάβηση;
Ένα άλλο συμπέρασμα που εξάγεται και που δεν φαίνεται ούτε λιγότερο σωστό, ούτε λιγότερο φυσικό, είναι ότι όσο προσπαθούμε να επιτύχουμε τον πρώτο μας σκοπό, οι συμμαχικές αυλές οφείλουν να περιορισθούν, όπως τους το έχουμε ζητήσει, στο να υποστηρίξουν τις προτάσεις μας και να αποδείξουν στους Τούρκους πόσο είναι δίκαιες, αλλά χωρίς ποτέ να γίνονται οι ίδιες μεσολαβήτριες.
Όταν ο δεύτερος σκοπός θα καταστεί αυτός, στον οποίο θα στοχεύουν με κοινή συμφωνία οι κυριώτερες αυλές της Ευρώπης, οι αντίστοιχές τους θέσεις θα είναι πολύ διαφορετικές. Η πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας θα έχει αποφασισθεί κατ’ αρχήν. Οι Τούρκοι δεν θα υπάρχουν πια στα μάτια των παρεμβαινουσών Δυνάμεων. Όλες οι συνθήκες τους με την Τουρκία θα πρέπει να θεωρηθούν εκ των προτέρων άκυρες. Και η ίδια η Ρωσία δεν θα είναι πια παρά μια γειτονική δύναμη, που θα έχει γεννηθεί προστάτιδα για τους ομοθρήσκους της. Θα συζητήσει ένα καινούργιο θέμα με τους συμμάχους της, αλλά χωρίς να παραβαίνει κανένα από τα θετικά δικαιώματά της, γιατί κάθε θετικό δικαίωμα και κάθε προνόμιο προϋποθέτει εδώ την ύπαρξη της Πύλης και των συνθηκών που συνάφθηκαν μαζί της.
Επί πλέον, μελετώντας την υπόθεση της μεσολάβησης ή της ξένης επιρροής, δεν θα ήταν δυνατό να μην αντιλαμβανόμαστε όλο και περισσότερο, πόσο ελάχιστες είναι οι πιθανότητες, του να πείσει αυτή η επιρροή τους Τούρκους να συμφωνήσουν στις προτάσεις της Ρωσίας. Νομίζουν ότι της έχουν δώσει απάντηση, καθ’ όσον αγνοούν ποια εντύπωση θα έχει δημιουργήσει η απάντησή τους στην αυτοκρατορική του Μεγαλειότητα. Δεν υπάρχει καμμιά δικαιολογία για να αλλάξουν σύστημα η για να μας εκδηλώσουν πιο συμβιβαστικές διαθέσεις.
Τίποτε δεν μας επιτρέπει συνεπώς να ελπίζουμε μέχρις αυτή την ώρα, ότι μια ξένη επιρροή μπορεί να τους επιβάλει ν’ αλλάξουν τις αποφάσεις τους. Θα επαναλαμβάνουν πάντα στους ξένους υπουργούς (πρέσβεις): Ας δούμε αυτό που η Ρωσία πράττει και θα πράττει, και ύστερα θα συνθηκολογήσουμε.
Αυτή η σκέψη μας οδηγεί σε ένα τρίτο θέμα:
» Ad tertium: Σύμφωνα με τα όσα ήδη μόλις εκθέσαμε, φαίνεται αναμφισβήτητο ότι με τη στάση της προς την Πύλη και τους χριστιανούς της Ανατολής, όπως και με τις διακηρύξεις που θα κάνει προς τις συμμαχικές αυλές, η Ρωσία
Σελ. 203
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/204.gif&w=550&h=800
οφείλει να αποδείξει (μέχρι να καταδείξει ότι όλες οι προσπάθειές της τείνουν προς τον πρώτο σκοπό του συστήματος της) ότι προσπαθεί να φθάσει σ’ αυτόν απ’ ευθείας και με τα δικά της μέσα, και ότι, αν και συνεχίζει να ζητά την ηθική συμπαράσταση των συμμάχων της, δεν θα μπορούσε να δεχθεί ξένη μεσολάβηση.
Αλλά ποια είναι λοιπόν αυτή η θέση; Βάσει ποιας σκέψης πρέπει να διατυπωθούν αυτές οι διακοινώσεις;
Δεν μπορούμε πια να ανοίξουμε άμεση συζήτηση με την Πύλη. Το διπλωματικό μας όργανο εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη: δεν έχουμε πια σχέσεις με τους Τούρκους. Δεν θα μπορούσαμε λοιπόν να τους μιλάμε τώρα παρά τη γλώσσα των πράξεων η να τους απειλήσουμε ότι θα τη μιλήσουμε, αν δεν αλλάξουν αποφάσεις απέναντι μας.
Γεγονότα
»Το μόνο μέσο που φαίνεται να περικλείει όλες τις αλήθειες, τις οποίες οι Τούρκοι επιμένουν πεισματικά να παραγνωρίζουν και που είναι παρ’ όλα αυτά απαραίτητο να τους κάνουμε να υπολογίσουν, είναι εκείνο που θα τους πίεζε να απαλλάξουν τα πριγκηπάτα από την παρουσία τους.
Η διακήρυξη που θα προηγείτο απ’ αυτό το σπουδαίο γεγονός και η πορεία της στρατιάς του Προύθου δεν θα συνιστούσαν καθόλου μια κήρυξη πολέμου και θα ανήγγελαν μόνο την πρόθεση να επιτύχουμε μέσω της προσωρινής κατάληψης της Βλαχίας και της Μολδαβίας τους μόνους όρους, κάτω από τους οποίους η ειρήνη είναι δυνατή και προσφέρει εγγυήσεις διαρκείας.
Θα αναλαμβάναμε απέναντι στην Ευρώπη την υποχρέωση να αποσύρουμε τις δυνάμεις μας από τις δύο ηγεμονίες, μόλις θα παραχωρήσουν οι Τούρκοι στους κατοίκους τους και στην αθώα πλειονότητα της Ελλάδας την ήσυχη απόλαυση των προνομίων, που τρεις διαδοχικές συνθήκες συμφώνησαν υπέρ αυτών.
Έχοντας συμφέρον να δούν τη σύναψη αυτής της συμφωνίας, αποβαίνοντας ισχυρές, από την εύνοια που δείχνουν στην τουρκική κυβέρνηση, πιο ισχυρές ακόμη λόγω της παρουσίας των δυνάμεών μας πάνω στον Δούναβη, οι συμμαχικές αυλές θα μπορέσουν τότε περισσότερο εύκολα να αναγκάσουν τους Τούρκους να δεχθούν ένα σύστημα ειρήνης και συμφιλίωσης.
Χαράσσοντας έτσι ένα συντηρητικό χαρακτήρα σ’ αυτά τα μέτρα, θα ωθούσαμε τους Τούρκους στη μετριοπάθεια, εάν η μετριοπάθεια τους είναι δυνατή, και από μια αναγκαία αντίδραση, θα καθησύχαζαν ταυτόχρονα την απελπισία και τις υπερβολικές απαιτήσεις των Ελλήνων. Θα ήταν έτοιμοι να ακολουθήσουν τις συμβουλές των συμμαχικών Δυνάμεων, από τη στιγμή που θα τις έβλεπαν από μόνες τους έτοιμες να εκδηλωθούν υπέρ αυτών ανάμεσά
Σελ. 204
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/205.gif&w=550&h=800
τους, και το αξίζουν αυτό το ευνοϊκό και ειλικρινές ενδιαφέρον, που η θρησκεία και η φιλανθρωπία τους επιτρέπουν να περιμένουν με εύλογη εμπιστοσύνη.
Εάν τέτοια ήταν η θέση που θα έπαιρνε η Ρωσία, η διακήρυξή μας που στάλθηκε στο Βεζύρη, θα χρησίμευε για απάντηση και για ανασκευή στις διακοινώσεις του.
Αφού θα είχε αποσταλεί στις συμμαχικές Δυνάμεις, θα είχε επισυναφθεί σε μια πρόσκληση για επανάληψη των προσπαθειών προς την Τουρκική κυβέρνηση, για να την ωθήσουν να συμφωνήσει μαζί μας πάνω στη βάση των προτάσεών μας.
Μ’ αυτόν τον τρόπο θα επιδιώκαμε την εκπλήρωση της πρώτης μας επιθυμίας και ασφαλώς ολόκληρη η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να διακρίνει στα μέτρα μας παρά ένα αποτελεσματικό μέσο για να εξαναγκάσουμε τους Τούρκους να επιθυμούν την προσωπική τους σωτηρία. Αλλά, και αν παρ’ όλα αυτά, θα αποτυγχάναμε, το γενικό θέμα πάνω στο οποίο έχουμε προκαλέσει τις συμμαχικές Δυνάμεις να εκφέρουν τις απόψεις τους θα παρέμενε ανεπίλυτο με το τεράστιο πλεονέκτημα να μπορεί να συζητηθεί με άνεση και να επιλυθεί χωρίς σπουδή, επειδή οι αναβολές και τα χρονικά περιθώρια δεν θα έβλαπταν στο εξής σοβαρά κανένα ηθικό η υλικό συμφέρον των Δυνάμεων που συνορεύουν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Απειλή να μιλήσουμε με «σκληρή γλώσσα» στην Τουρκική Αυτοκρατορία
Αντί να συζητάμε με τους Τούρκους στην πράξη, θα τους μιλούσαμε αποτελεσματικότερα απειλώντας τους ότι θα δράσουμε, εφόσον σε μια καθορισμένη προθεσμία από την ημέρα της επίδοσης της κοινοποίησης, οι δυνάμεις τους δεν θα είχαν εκκενώσει τελείως την Βλαχία και τη Μολδαβία, εάν οι οσποδάροι τους δεν θα είχαν αποκατασταθεί αμέσως και αν μια επανορθωτική διοίκηση δεν θα είχε συσταθεί σύμφωνα με τους όρους των συνθηκών και με την συνδρομή της Ρωσίας, εάν τέλος φανερές και αναμφισβήτητες πράξεις δεν θα πιστοποιούσαν μιαν απόλυτη αλλαγή του συστήματος εκ μέρους του μεγάλου αυθέντη, όπως και του σχεδίου που μπήκε- ήδη σε εκτέλεση, να διαχωρίσει τους ενόχους από τους αθώους και να συντελέσει στο να σταματήσει ο εξολοθρευτικός πόλεμος ενάντια στους χριστιανούς που κατοικούν αυτά τα Κράτη.
Όσον αφορά τα μέτρα εξαναγκασμού που θα υιοθετούνταν, εάν η πρόσκληση για την οποία μιλάμε δεν θα έφερνε το επιθυμητό αποτέλεσμα πάνω στους Τούρκους, θα συνιστούσαν την κατάληψη των ηγεμονιών και την επιβολή ενός εμπάργκο για όλα τα εμπορικά πλοία στα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας.
Η κατάληψη δεν θα λάμβανε χώρα, παρά υπό τις προϋποθέσεις που έχουν επισημανθεί παραπάνω.
Σελ. 205
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/206.gif&w=550&h=800
Η πρόσκλησή μας στην τουρκική κυβέρνηση θα απευθυνόταν στον Βεζύρη σε απάντηση των επιστολών του, και θα καλούσαμε τον αρχιστράτηγο της στρατιάς του Προύθου να την στείλει στο τουρκικό στρατόπεδο με έναν απεσταλμένο. Αυτό το ίδιο έγγραφο θα κοινοποιούνταν στους διαπιστευμένους στην Κωνσταντινούπολη υπουργούς των συμμαχικών Δυνάμεων, καλώντας τους να ασκήσουν όλη τους την επιρροή για να πείσουν την τουρκική κυβέρνηση να εισακούσει τις ευχές μας, δίδοντας συνέχεια στις προτάσεις μας.
» Τέλος, κατά την κοινοποίησή του στις ίδιες τις συμμαχικές αυλές, το έγγραφο αυτό θα συνοδευόταν από ένα επίσημο έγγραφο, που θα τις ανάγκαζε από τη μια να αποστείλουν το ταχύτερο δυνατό στους υπουργούς τους και τους απεσταλμένους στην Πύλη τη διαταγή να υποστηρίξουν το διάβημά μας, και από την άλλη να συμφωνήσουν γρήγορα μαζί μας, όσον αφορά την ηθική και υλική συνεργασία που ζητάμε απ’ αυτές, για την περίπτωση που οι Τούρκοι, υπακούοντας μόνο στην ισχυρογνωμοσύνη τους, θα μας ανάγκαζαν να ακολουθήσουμε το δεύτερο στόχο του πρωταρχικού μας σχεδίου.
Η διάρκεια της εμετάθετης προθεσμίας που θα καθορίζαμε στην τουρκική κυβέρνηση για την εκκένωση των ηγεμονιών και την απαρχή της πραγματοποίησης μιας απόλυτης αλλαγής του συστήματος, θα φαινόταν ότι πρέπει να υπολογισθεί από την περίοδο που προηγείται, την ανάγκη στην οποία θα βρίσκονταν οι Δυνάμεις να προχωρήσουν, εάν παραγνωριζόταν η γενναιοδωρία της Αυτοκρατορικής του Μεγαλειότητας, όπως και η τεράστια σημασία που υπήρχε στο να μην δώσουμε στους Τούρκους τον χρόνο να καταστρέψουν τα αδύναμα υπολείμματα ύπαρξης και πληθυσμού που υφίστανται ακόμη στα πριγκηπάτα δημιουργώντας ρήγμα ανάμεσα στη στρατιά μας και στο Δούναβη.
Θα έμοιαζε κατά συνέπεια ότι αυτή η προθεσμία δεν πρέπει να ξεπεράσει τις 20 Σεπτεμβρίου. Θα ήταν συμφωνημένο ότι εκείνη τη μέρα, ακόμη και αν όλα τα αιτήματά μας δεν θα είχαν γίνει όχι μόνο αποδεκτά, αλλά και εκτελεστά, η στρατιά του Προύθου θα άρχιζε να κινείται.
» Μπορούμε ακόμη να επωφεληθούμε από την προθεσμία της πρόσκλησης να γνωστοποιήσουμε εκ των προτέρων, τόσο στους κατοίκους της Βλαχίας και της Μολδαβίας, όσο και στους Σέρβους και στους Έλληνες, ότι η Ρωσία, πλήττοντας τους ενόχους με την. αποδοκιμασία της, δεν ήταν καθόλου αναίσθητη στις συμφορές των αθώων ότι ασκεί το δικαίωμα της προστασίας, αλλά ότι αν εξαναγκασθεί να προστρέξει σε καταναγκαστικά μέτρα, δεν θα είναι παρά για να εκπληρώσει τα καθήκοντά της, για να επιτύχει την εκτέλεση των συνθηκών της, και ότι είναι έτοιμη να υπερασπισθεί τη συμφορά, τον ανθρωπισμό και τη θρησκεία, δεν θα γίνει ποτέ όμως επίκουρος των ανθρώπων που παραπλανούσαν η του ολέθριου πνεύματος που χαρακτηρίζει τις επαναστάσεις στις μέρες μας, ή των τρελλών ελπίδων, ή μιας μοιραίας κοινότητας
Σελ. 206
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/207.gif&w=550&h=800
στόχων με εκείνους των οποίων η τόλμη ήδη προξένησε τόσες καταστροφές στην πατρίδα τους.
Εάν η Αυτοκρατορική του Μεγαλειότητα καταδεχόταν να εγκρίνει το παρόν υπόμνημα, τα έγγραφα που απόμενε να του υποβάλουμε, θα ήταν: ή μια διακήρυξη που θα προηγούνταν της μετακίνησης των στρατευμάτων, ή μια πρόσκληση στην Τουρκική κυβέρνηση,
- διακοινώσεις ανάλογες, τόσο στις συμμαχικές αυλές, όσο και στους υπουργούς και διπλωμάτες τους στην Κωνσταντινούπολη.
- ενδεχόμενες οδηγίες προς τον αρχιστράτηγο της στρατιάς του Προύθου».
1. VPR, τομ. IB' σ. 256-261.
156
Σύντομο υπόμνημα προς τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο (11/23 Οκτωβρίου 1821)1
Pro memoria
Des hommes coupables ont compromis la nation grecque dans le double dessein d’exciter la vengeance sanguinaire des Turcs contre elle et de porter ainsi la Russie à la défendre et, par conséquence, à faire la guerre à la Porte.
La Russie a frappé et frapper toujours de son improbation ces hommes de malheur. Elle déplore les calamités qui pèsent sur ses coreligionnaires. Et si, sans agir en leur faveur, elle s’est bornée à suspendre ses relations avec la Porte, c’est que faire davantage, c’eût été faire la guerre. Et faire la guerre sans avoir reconnu d’avance que nul autre moyen ne peut ramener les Turcs à un système de modération, c’eût été seconder les vues des révolutionnaires.
Ce qui a valu donc aux Moldaves et aux Valaques la dévastation de leur patrie, ce qui a coûté et ce qui coûte tant de sang et de larmes à la Grèce, c’est en origine, l’ oeuvre d’une poignée d’ hommes sans avenir et de quelques jeunes gens qui, sans s’en douter peut-être, sont devenus les instruments des artisans dé troubles qui sont répandus en Europe.
Au point où en sont les choses grâce surtout à l’ aveugle barbarie du gouvernement turc, il ne s’agit de rien moins que de sauver la Moldavie, |aValachie, la Servie et la Grèce d’un double fléau qui désole ces belles contrées, du fléau des Turcs et de celui, tout aussi redoutable, d’une révolution que la malveillance s’ efforce d’assimiler aux révolutions qui régnent dans la péninsule
Σελ. 207
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/208.gif&w=550&h=800
occidentale de l’ Europe et qui ont été conquises en Italie.
C’est vers ce but que se dirigent les efforts de la cour de Russie, soit que la Porte ait la volonté et le pouvoir d’accueillir et de mettre à exécution les mesures préliminaires que la Russie lui a proposées, soit qu’il arrive le contraire.
Dans la première hypothèse, la Russie, demandera l’ exécution des traités et conséquemment des garanties qui assureraient aux principautés, à la Servie et en général à ses coreligionnaires das le Levant une existence paisible et exempte de toute offense.
Dans la seconde, l’ arbitre des destinées des peuples protégera celles des Moldaves, des Valaques, des Serviens et des Grecs.
Mais dans l’une et dans l’ autre hypothèse, la conduite que suivront les chefs qui dirigent ces peuples durant la crise actuelle, contribuera essentiellement aux résultats que la Russie s’ efforcera d’ obtenir.
Les Moldaves et les Valaques n’ont qu’à placer toute leur confiance dans leur protecteur et avoir patience.
Les Serviens doivent continuer à être modérés et prudents, afin d’éviter les complications désastreuses. La plus grande de toutes serait l’ occupation militaire de leur pays par les Turcs ou les voies de fait qu’ils opposeraient pour s’en préserver.
Les Grecs doivent enfin n’ épargner aucun soin, afin de bien caractériser aux yeux du monde leur situation actuelle,
Elle est strictement et nécessairement défensive. Ils ont pris les armes, parce que la Porte leur a déclaré la guerre par ses hatti-chérifs, par la nature et le nombre des victimes immolées à Constantinople, par leur système de mort et de destruction suivi en Moldavie et en Valachie.
Les Grecs donc se défendent, et pour se mettre à l’ abri des dangers dont ils sont menacés, ils tâchent de s’ emparer des forteresses et d’ôter à leur ennemi les moyens d’ accomplir à leur égard le plan de destruction qu’il s’est proposé.
En partant de là, les Grecs peuvent légitimer leurs armures maritimes et les efforts qu’ils font dans le but de préserver leur terre natale de l’ invasion des musulmans.
Dans cette voie ils doivent combattre lès Turcs partout où ils s’ assemblent dans le dessein d’ effectuer cette invasion.
Pour remplir leur grande, tâche, que doivent donc faire les Grecs? Se réunir dans un corps indissoluble et se tenir constamment sous les auspices de leur église. Car c’est par elle qu’ils existent et c’est pour elle qu’ils combattent et c’est elle seule qui peut les sauver.
Ce ne sont pas des républiques, ni des gouvernements représentatifs que les Grecs veulent fonder. Aujourd’hui ils ne font que se défendre d’un ennemi qui a juré leur perte. Lorsqu’ils se sont préservés de ce danger par leurs propres
Σελ. 208
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/209.gif&w=550&h=800
moyens, ils s’occuperont alors de leur sort à venir et ils le croiront assuré, lorsqu’il ne dépendra plus du bon plaisir des Turcs, mais qu’il sera placé sous la sauvegarde des puissances européennes et surtout de la Russie.
En agissant d’ après ce système éminemment simple et vrai, en écartant soigneusement de leur conduite et de leur langage, tout ce que les révolutions modernes ont propagé de pennicieux dans le domaine des idées et des institutions sociales, les Grecs rempliront honorablement leur tâche et peuvent toujours espérer dans la bienveillande et dans la protection européenne.
Mais il ne faut pas qu’ils se contentent de bien parler. Il faut plus; il faut qu’ils gouvernent bien, et ils ne gouverneront bien qu’en mettant en pratique en tout et pour tout, constamment et indistinctement, les préceptes de la morale chrétienne.
Με το υπόμνημα αυτό επιχειρούνταν μια απογραφή των επιπτώσεων που είχαν στη Μολδαβία, τη Βλαχία, τη Σερβία και την Ελλάδα οι πρόσφατες επαναστατικές ταραχές. Κυρίαρχο πρόβλημα η τουρκική βαρβαρότητα εναντίον των χριστιανών υπηκόων. Για πρώτη φορά ο Καποδίστριας ενέκρινε με επίσημο έγγραφο τη νομιμότητα της προστασίας των Ελλήνων από τη μουσουλμανική εισβολή. Για να πετύχουν το μεγάλο αυτό στόχο θάπρεπε να συνενωθούν σε ένα «συμπαγές σώμα και να παραμείνουν σταθερά κάτω από την προστασία της εκκλησίας τους». Οι Έλληνες «υπερασπίζονται τους εαυτούς τους από ένα εχθρό που ορκίστηκε την εξόντωσή τους. Οταν προφυλαχθούν από τον κίνδυνο αυτό με τα δικά τους μέσα τότε θα μπορέσουν να φροντίσουν για τη μελλοντική τους τύχη που θα τη νοιώσουν εξασφαλισμένη όταν δεν θα ορίζεται πια από τις επιθυμίες των Τούρκων αλλά θα έχει τεθεί κάτω από τη μέριμνα των ευρωπαϊκών Δυνάμεων και κυρίως της Ρωσίας»2.
1. VPR. τομ. IB' σ. 327-329.
2. Προβλ. Αρχείον Ι. Καποδίστρια, τομ. A' σ. 70 κ.ε., Π. Πετρίδη, Η διπλωματική δράσις του Ι. Καποδίστρια υπέρ των Ελλήνων, σ. 140 κ.ε.
Σελ. 209
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/210.gif&w=550&h=800
157
Προσωπική επιστολή προς τον πρεσβευτή της Ρωσίας στο Λονδίνο κόμη Λίεβεν (27 Νοεμβρίου/9 Δεκεμβρίου 1821)1
En prenant lecture de la lettre particulière que j’ai écrite au général Pozzo à la fin d’ août avec l’ approbation de l’ empereur, vous avez bien voulu me témoigner, mon cher comte, que vous attacheriez du prix à en recevoir de semblables toutes les fois que vous auriez des intérêts majeurs à discuter.
Ceux dont il s’ agit dans notre expédition de ce jour, sont l’une haute importance, et j’ose me flatter que vous verrez avec quelque plaisir nos dépêches accompagnées d’une longue lettre particulière.
La voici donc. Elle vient vous dire comment nous avons entendu le langage du marquis de Londonderry et comment nous désirons qu’il entende le nôtre.
Entre les cabinets et d’après les convenances diplomatiques, ce comment ne pouvait devenir l’ objet d’une pièce officielle. Les hommes en général n’ aiment point à se dire en public des choses peu agréables, et quand ils ont de bonnes vérités à se communiquer, ils s’ expliquent en confiance dans un entretien particulier. Alors tous les égards sont observés, les devoirs de l’ amitié remplis et le bien peut se faire.
Connaissant l’ impression produite sur l’esprit du marquis de Londonderry par nos communications antérieures, il vous tarde sans doute de connaître celle que le notre aura reçue de la pièce britannique que nous avons sous les yeux. Je vais vous en rendre compte.
Votre expédition de Hanovre nous avait préparés à douter d’une fait que nous regardions comme indubitable, savoir que les opinions de l’ empereur sur les deux alternatives qui se présentent dans nos négociations avec la Porte, avaient été clairement comprises par les cabinets alliés.
Les instructions du marquis de Londonderry ont confirmé les pressentiments que vos dépêches avaient fait naître en nous sous ce rapport, et plus on examine attentivement ces instructions, plus on a lieu de se convaincre que le ministère britannique s’est complètement mépris sur les sens littéral des termes dans lesquels étaient conçues nos ouvertures aux cours alliées, et qu’il nous prête des propositions que nous n’ avons jamais articulées. C’est un fait malheureusement irréfragable et dont notre expédition de ce jour n’offre que trop de preuves.
Nous supposer en effet uniquement préoccupés du projet exclusif de renverser l’ Empire Ottoman, de refouler en Asie trois millions de Turcs et de faire triompher en Grèce des principes et des hommes que l’ empereur a toujours réprouvés, qu’il réprouvera toujours, c’etait se mettre dans l’ impossiblité d’
Σελ. 210
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/211.gif&w=550&h=800
apprécier nos véritables propositions.
Celles qui se rapportent à la première alternative, ont dû être envisagées dès lors comme tendantes à rendre forcément nécessaire la réalisation de la seconde, et celles qui concernent cette dernière, comme donnant la mesure de l’ immense étendue des plans que les malheurs de la Turquie avaient fait concevoir à l’ empereur.
Dans le premier cas, nous n’aurions fait semblant d’ offrir aux Turcs des moyens de conciliation et de paix que pour légitimer la guerre.
Dans le second, nous n’ aurions proposé aux cours alliées de délibérer avec nous que pour les amener graduellement à seconder nos desseins.
Nous sommes d’autant plus autorisés à croire que c’est dans ce sens que les cabinets de Vienne et de Londres ont interprété nos ouvertures, que vous ne nous avez pas laissé ignorer l’ effet salutaire des entretiens confidentiels que vous avez eus avec le marquis de Londonderry et le prince de Metternich dès votre arrivée à Hanovre.
L’ empereur vous sait gré de ces premiers succès et il désire que vous persistiez à combattre et à vaincre les méfiances par l’ ascendant seul de la vérité et de la franchise.
Le travail joint à notre dépêche réservée, nous en offre les moyens. J’essayerai d’en multiplier le nombre, en poussant plus loin les explications.
La dépêche principale dont vous allez faire lecture au marquis de Londonderry, n’est en substance que la répétition de tout ce que nous avons dit depuis le mois de juin sur la question de la paix et de la guerre. Il est donc à craindre que les mêmes préventions n’ enfantent les mêmes erreurs. Tâchons de nous former une idée distincte des unes; peut-être parviendrons-nous à dissiper les autres.
Parlons d’ abord de la paix et des conditions auxquelles il nous est permis d’en admettre la possibilité et la réalité.
Nous avons articulé dans nos dépêches du 29 août et du 13 septembre celles de ces conditions que nous regardons comme préliminaires. Les demandes que renfermait la note remise au gouvernement turc par le baron de Stroganoff, ne l’ étaient pas moins, et les conditions que nous avons en vue, le seront toujours, parce qu’en les acceptant et en les remplissant, la Porte ne nous donnera qu’une première preuve de ce qu’elle voudra et de ce qu’elle pourra faire pour adopter et suivre des principes d’humanité et de justice envers les chrétiens, ses sujets, dont les traités commettent la protection à la Russie, — principes qui, fidèlement observés, rendront possible le rétablissement des relations entre les deux Empires sur le pied où elles se trouvaient avant le mois de mars.
Tous nos griefs portent sur le système de vengeance, de destruction et de mort qui atteste jusqu’à présent de la manière la plus déplorable le fatal
Σελ. 211
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/212.gif&w=550&h=800
aveuglement de la Porte et dont aujourd’hui même la Valachie, la Moldavie, Smyrne, l’île de Chypre et celle de Candie nous offrent la triste démonstration. C’est contre ce système que nous ayons protesté, c’est à cause de ce système que nous avons rompu nos relations avec le Divan.
Toute la question est là, et pour ne la voir que là, transportez-vous, mon cher comte, à Constantinople, supposez-vous revêtu du caractère de représentant de l’ empereur à la Porte Ottomane et soyez, si vous le prouvez, témoin impassible des mesures absurdes et cruelles que le gouvernement turc prend envers les chrétiens dont votre souverain a été déclaré le protecteur par les plus formelles transactions. Voyez ces peuples que la Russie protège, réduits à l’ alternative de périr, de combattre ou d’ embrasser l’ islamisme.
Telle serait cependant la situation du baron de Stroganoff, s’il état resté à Constantinople. Telle serait même la situation où il se retrouverait encore, lu· ou tout autre ministre de s.m.i., si nous avions déclaré que immédiatement après la mise à exécution des préliminaires, nous replacerions nos relations avec l’ Empire Ottoman sur le pied où elles étaient au mois de mars.
Nous ne saurions le dissimuler, il y aura toujours une double gradation dans celles que nous renouerons avec la Porte.
D’ abord pour que nous puissions entrer en négociation avec elle, il faut que la Porte nous prouve qu’elle veut une négociation fondée sur la base des traités existants, et pour qu’elle le prouve, il faut qu’elle adopte et qu’elle exécute les mesures préalables que nous lui demandons.
Ensuite, pour que cette négociation nous conduise au rétablissement de nos relations sur le pied où elles étaient avant le mois de mars, il faut que la Porte convienne avec nous des mesures ultérieures au moyen desquelles elle pourra remplir les obligations qu’elle a contractées à notre égard par ces mêmes traités en faveur de nos coreligionnaires.
Je dis qu’elle convienne avec nous de ces mesures, parce qu’elle ne saurait les prendre ni seule, ni à l’ aide de l’ intervention ds autres puissances, tant que ses relations avec la Russie seront rompues.
Elle ne saurait en effet les prendre seule, car nous avons sous les yeux l’ exemple des deux principautés et du sort qu’elle a fait subir à ces malheureux pays, quoique depuis le mois de juin nous nous efforcions avec une persévérance que rien ne décourage, de l’ éclairer sur ses véritables intérêts.
Elle ne saurait non plus les prendre à l’ aide de l’ intervention des autres puissances chrétiennes et sans la participation active et directe de la Russie, parce que cette participation seule peut dissiper les illusions, rectifier les erreurs, modérer les espérances des Grecs. Vouloir que la Russie soit -hors des négociations que l’on entamerait avec eux, ce serait enlever aux propositions qu’on leur ferait, toute probabilité de succès.
Σελ. 212
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/213.gif&w=550&h=800
Mais à supposer même que par l’ entremise et par l'autorité des autres puissances la Porte parvînt à conclure un arrangement avec les Grecs qui alors se trouveraient nécessairement sous la protection des cours médiatrices du traité,nous le demandons: dans cette hypothèse la Russie, en rétablissant ses relations avec la Porte, les rétablirait-elle sur le pied où elles étaient avant le mois de mars? Il serait difficile de le prétendre, vu qu’aucune puissance n’a possédé jusqu'à ce jour, à l’ égard des chrétiens de la communion grecque, les droits que possède la Russie en vertu des traités de Kaynardgi, de Iassy et de Bucorest.
Cette considération semble n’ avoir point échappé aux cabinets alliés, et c’est là sans doute le motif qui les a portés à désapprouver la plan proposé par lord Strangford.
Après avoir démontré que c’est principalement par l’ influence de la Russie que peuvent être pacifiées les provinces insurgées de la Turquie européenne, et que cette pacification est la condition essentielle du rétablissement de nos anciennes relations avec la Porte, il nous reste à parler d’une question qui nous paraît vivement intéresser les cours alliées. C’est celle de savoir quel sera le plan que nous proposerons à la Porte pour rendre la paix aux contrées où son autorité est méconnue, quand une fois elle aura mis à exécution nos préliminaires.
Il nous est impossible de rien ajouter à ce que nous disons sur cette question dans nos dépêches.
Nous ignorons complètement quel sera l’ état des provinces insurgées, lorsque la Porte renouera des négociations directes avec nous.
Nous ignorons aussi dans quelle disposition elle les renouera.
Peut-on, sans posséder aucune donnée sur ces deux points essentiels, peut-on raisonnablement combiner d’ avance un système et faire des propositions?
D’ ailleurs, dans quel but les ferait-on aujourd’hui?
Ce ne serait pas pour exécuter le plan sur lequel elles seraient basées, car afin qu’un plan de cette nature soit exécutable, nous avons vu qu’il était nécessaire que la Russie pût concourir à son exécution, et elle ne pourra y concourir qu’autant qu’elle sera entrée en rapport avec le Divan.
Ce serait encore moins pour donner aux Turcs un gage de la modération de l’ empereur. Peuvent-ils en demander une preuve plus éclatante que la longanimité avec laquelle s.m. tolère leur conduite depuis septe mois?
Il nous paraîtrait étrange de supposer que pour former des prétentions exagérées, arbitraires ou contraires soit à la lettre, soit à l’ esprit des traités, la Russie choisît le moment où, par l’ adoption des mesures préalables que leur demande s.m.i., les Turcs auraient prouvé qu’ils ont l’ intention de respecter ces mêmes traités et de remplir lés engagements qui en dérivent.
Sous ce rapport il suffit d’ observer que nos préliminaires sont fondés sur
Σελ. 213
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/214.gif&w=550&h=800
nos droits les plus incontestables, pour avoir la garantie complète de nos déterminations futures, et c’est avec la conviction intime qu’on ne saurait révoquer en doute la pureté des vues de 1’ empereur, que je passe à la seconde alternative, à celle de la guerre.
Si la Russie avait eu le projet de rendre inévitable la chance d’une guerre, pourquoi, au lieu de répliquer à la Porte au mois de septembre et d’insister sur un accord préalable auprès des cours alliées depuis le mois de juin, n’aurait-elle pas fait marcher vers la Moldavie et la Valachie une armée dont la seule approche eût contraint les Turcs à se retiret?
La réponse de la Porte à notre note du 6(18) juillet et les excès que les troupes commettaient dans les principautés, auraient légitimé une semblable résolution.
Aucun motif ne nous empêchait de la prendre, ni la crainte des forces musulmanes, car leur infériorité contre des troupes européennes est connue, n’ l’ appréhension des secours que la Porte aurait reçus des autres puissances, car le cabinet de St. James lui-même s’ attendait aux hostilités, et en reconnaissant la justice de nos griefs, comme les autres cabinets alliées, il n’ aurait pu désapprouver l’ emploi que nous aurions fait de la force des armes pour obtenir une satisfaction que la persuation ne nous avait pas procurée.
Une fois parvenue jusqu’au Danube, une armée russe n’aurait-elle pas dicté les conditions de la paix? Si les Turcs eussent refusé d’y souscrire, la Russie ne pouvait-elle pas pousser plus loin ses opérations, et serions nous à discuter en ce moment la possiblité ou la probabilité de la guerre?
En cas que nous nous soyons mal exprimés sur les motifs qui ont fait adopter à l’ empereur le système de conduite qu’il suit, et que nos dépêches aient laissé des impressions défavorables dans l’ esprit du gouvernement britannique, au moins les faits auraient - ils dû le convaincre des intentions modérées et pures de s.m.i.
Je le répète, sii’ on ne peut les mettre en doute, on insistera avec plus d’ énergie auprès du gouvernement turc sur la nécessité d’ accéder à nos propositions.
Si l’ on est persuadé que, sans être en relations avec lui, nous ne saurions concevoir un plan de pacification pour les provinces insurgées, et que sans notre concours tout projet semblable serait impossible à exécuter, on ne nous demandera pas de faire connaître dès à présent nos idées à cet égard.
Si une expérience de près de huit mois a prouvé que l’ empereur ne ferait la guerre que quand la guerre serait absolument inévitable, on ne se montrera plus alarmé des motifs qui le forceraient à prendre les armes. *
Enfin, si une autre expérience, bien plus longue encore, a démontré que l’ empereur ne perdait jamais de vue les intérêts du système européen, on cessera de nourrir des appréhensions sur les conséquences de cette guerre au cas qu’elle
Σελ. 214
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/215.gif&w=550&h=800
dût avoir lieu.
Sans doute ses résultats peuvent réagir sur le reste de l’Europe, mais c’est précisément pour cela que nous avons engagé les cours alliées à deux reprises de délibérer en commun sur cette importante question.
Nous regrettons que le ministère anglais n’ait pas cru devoir l’envisager et la discuter dans ses principes.
L’empereur en avait néanmoins indiqué tous les points de vue dans sa lettre au marquis de Londonderry. Il avait surtout développé les rapports de cette question avec la situation politique du reste de 1’ Europe et prouvé qu’il serait également contraire, au bien générale que les Turcs parvissent à triompher des Grecs, en les détruisant, que l’ insurrection remportât une victoire ou que l’ état actuel de choses dût se prolonger indéfiniment.
Il lui avait paru que dans ces trois hypothèses, et nous croyons difficile d’en trouver une quatrième, la tranquillité de l’ Europe et le caractère moral de l’ alliance européenne pouvaient être compromis.
Lord Londonderry a aussi reconnu la possibilité de ce malheur dans ses instructions au chevalier Bagot, et cependant il n’en a pas voulu discuter d’avance le remède.
Il nous semble que sur ce point une explication franche serait toujours salutaire.
Au surplus, mon cher comte, les vérités dont il importe essentiellement de convaincre le cabinet de Londres, sont celles que je vais résumer ici en peu de mots:
1) l’ empéreur désire aujourd’hui la paix, comme il l’a désirée dès le moment où les premiers troubles ont éclaté en Valachie et en Moldavie;
2) c’est parce que ce désir est sincère, qu’il a préféré à toute autre la marche qu’il suit et qu’il continuera de suivre, en poussant, comme nous le'disons dans nos dépêches, la patience et la modération jusqu’ à leurs dernières bornes;
3) prévoyant le possibilité d’une guerre, il persiste à regarder comme éminemment utile la résolution de s’ ententre sur les conséquences qu’elle peut entraîner;
4) enfin, les mesures qu’il prendre, même dans le cas malheureux où la guerre deviendrait inévitable et où il serait forcé de recourir aux armes, ne seraient point calculées dans les intérêts exclusifs de la Russie, et ceux de l’ alliance générale feraient toujours l’ objet de la plus vive sollicitude de s.m.i.
Je termine ma lettre, en vous disant comme Madame de Sévigné, que je n’ai pas eu le temps de la faire plus courte, et je m’estimerai heureux si, en vous donnant une idée précise des opinions de l’ empereur, je puis préparer des succès à vos talents et seconder le zèle qui vous anime pour le service de notre auguste maître.
Agréez....
Σελ. 215
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/216.gif&w=550&h=800
Η επιστολή κατήγγελε την καχυποψία της βρετανικής κυβέρνησης απέναντι στη στάση της Ρωσίας στο Ανατολικό Ζήτημα. Παρά τις εξηγήσεις που είχαν δοθεί, οι φιλότουρκοι Βρετανοί απέδιδαν επεκτατικές προθέσεις στη Ρωσία σε βάρος της Τουρκίας. Ο Καποδίστριας διευκρίνιζε ότι η διακοπή των σχέσεων pi την Πύλη οφειλόταν αποκλειστικά στο «σύστημα εκδίκησης, καταστροφής και θανάτου» που είχε υιοθετήσει η οθωμανική κυβέρνηση εναντίον των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής. Ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος δεν αποσκοπούσε παρά μόνο στην εξασφάλιση της ησυχίας και στην αποκατάσταση της ειρήνης...
1. VPR. τομ. IB' σ. 371-376.
158
Επιστολή προς τον υπουργό κόμη Νέσσελροντ (29 Δεκεμβρίου 1821/10 Ιανουαρίου 1822)1
Le mémoire rélatif à l’ interpretation du premier Article du Traité de Gand est encore sur le métier. Et il y restera selon toute apparence jusqu’ à demain au soir. Je désigne appuyer mon opinion à des autorités incontestables, et il faut les chercher dans des oeuvres classiques de grammaire et de droit public. Les citations que Matuscewitz a recueillies ne suffisent pas, parcequ’il s’ agit de persuader des hommes à prévention.
J’ai passé plus d’une soirée avec les argumens de M. Midelton [Midleton] et de M. Bagot, et je compte néanmoins de ne pas quitter cette aimable combagnie que lorsqui’il n’y aura plus rien à dire ni à l’un ni à l’ autre. Ce qui sera fait, j’ espère, pour après-demain.
En attendant, pour me consoler de ce travail, on est venu me dire que l’ Ambassadeur d’ Angleterre et le Ministre d’ Autriche ont expédié hier deux courriers - que ces courriers apportent aux Cabinets de Vienne et d’Angleterre de nouvelles explications de la part de S.M.I., sur les affaires de l’ Orient - et qu’enfin c’est dans votre travail de lundi soir que l’ Empereur vous a mis à même de faire connaître au chevalier Bagot et à M. de Lebzeltern ses intentions.
Le départ des courriers et votre travail de lundi soir sont deux points incontestables. Or en algèbre deux quantités connues en donnent une inconnue je ne sais pas s’il en est la même [chose] en politique.
Quoi qu’il en soit, j’aime à croire, mon cher Comte, que vous ne voudrez pas
Σελ. 216
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/217.gif&w=550&h=800
me laisser long temps encore dans l’ ignorance de ce que je dois penser de tout ceci, et surtout de ce que je dois en dire à ceux qui m’en parlent - Vous savez bien que je ne poursuis pas le Monde et que j’existe dans l’ isolement le plus absolu. Mais il m’est impossible de défendre ma porte aux personnes que les relations de service mettent dans un contact nécessaire avec moi. Cette circonstance me force à rompre un long silence. Et croyez que je m’y decide en éprouvant une peine très profonde. Elle est profonde, cette peine, parce qu’elle n’est pas méritée - j’en appelle à votre souvenir, et à votre bon coeur. Pardon de la longeur de ce billet.
Η όλη περιπλοκή στο Ανατολικό Ζήτημα και η αμφιταλαντευόμενη στάση του τσάρου Αλέξανδρου ανάμεσα στην αποφασιστική δράση ή την ανοχή2 συντελούσαν βαθμιαία στην αποδυνάμωση της ισχύος του Καποδίστρια και στον υπερκερασμό των απόψεων του από εκείνες του Νέσσελροντ3. Παρά τα διακριτικά παράπονα που διατυπώνονταν στην παραπάνω επιστολή ο Νέσσελροντ φρόντιζε να καλλιεργεί τη δική του άνοδο συμπλέοντας με τη αντιδραστική ανατολική πολιτική του πρίγκιπα Μέττερνιχ4.
1. C. W. Crawley. J. Capodistrias: Some Unpublished Documents, ό.π., σ. 53-54.
2. Πρβλ. P. Schroeder, Metternich’s Diplomacy (1962) σ. 186, A. Prokesch-Osten, Geschichte des Abfalls der Griechen, τομ. A' σ. 208, Cecil Algernon, Metternich, σ. 208.
3. R. Metternich - A. Klinkowstroem, Aus Metternich’s nachgelassenen Papieren, τομ. Γ' σ. 448, A. Nesselrode, Lettres et papiers, τομ. Στ' σ. 119, Ν. Mikhailovitch, Les Rapports diplomatiques de Lebzeltern, σ. 337, E. Levis - Mirepoix, Mémoires et papiers de Lebzeltern (1949) σ. 406.
4. Αντί άλλων, βλ. Π. Πετρίδη, Η διπλωματική δράσις του Ι. Καποδίστρια υπέρ. των Ελλήνων, σ. 146 κ.ε., R. Metternich. Aus Metternich’s, ό.π., τόμ. Γ' σ. 430: «Dass Nesselrode mich liebt, finde ich natürlich».
159
Επιστολή προς τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο (31 Δεκεμβρίου 1821/12 Ιανουαρίου 1822)1
L’état de ma santé, et plus encore la tristesse qui m’ accable m’obligent à garder la maison demain.
Σελ. 217
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/218.gif&w=550&h=800
Permettez donc, Sire, que je vous adresse ces lignes. Elles viennent vous porter l’ expression des voeux que je forme pour que la nouvelle année soit aussi heureuse que V.M.I. le désire.
Ignorant si celle qui vient de finir ne vous a pas laissé, Sire, une impression défavorable sur mon caractère et sur ma conduite, je croirais manquer au plus sacré de mes devoirs si je ne mattreis pas sous les yeux de V.M.I. la situation où me place une semblable incertitude.
Lorsque j’interroge ma conscience sur mes sentimens, sur mes principes, et sur mes actions, elle me persuade que je n’ai pas mérité, que je ne mériterai jamais la bonne opinion et la confiance dont V.M.I. m’a honoré depuis l’ année 1814 jusqu’à l’ année 1819, et notablement à Fribourg, à Paris, à Vienne et en Russie.
Mais lorsque je ressents les peines qui empoisonnent tous les jours de ma vie depuis deux ans, et surtout depuis Troppau et Laybach, je dois me dire que le témoignage de ma concience me tient dans une illusion dont l’ autorité de faits nombreux n’a encore détruit le charme.
Ce serait abuser de votre bonté, Sire, que de faire ici l’ énumération de tous ces faits. Je me bornerai donc d’en citer un seule, celui qui m’a forcé à écrire avant hier à M. Nesselrode le billet ci-joint en copie et qui a motivé de sa part la réponse que je prends la liberté de joindre ici en original. Que V.M. daigne lire l’une et l’autre et qu’elle me permette d’y ajouter une seule observation.
En admettant l’ assertion de M. le Comte de Nesselrode, il m’est difficile d’ expliquer pourquoi c’est lui qui commente mon travail. Et comment il se fait qu’en donnant aux ministres étrangers des explications dont nous sommes convenus en commun, il m’en fait un double secret. Il ne m’en parle pas en particulière, et il en rend compte a V.M.I. tout seul. Mais il y a plus. Dans des questions aussi délicates et aussi clairement discutéés dans nos dépêches et lettres particulières, pourquoi donner des commentaires de vive voix, et non par écrit: et s’ils sont donnés par écrit, pourquoi ne pas me les communiquer du moins pour en faire l’ objet d’une instruction supplémentaire qui mettrait d’ accord les ministres de V.M.I. à Vienne, à Berlin, à Londres et à Paris avec les représentans de ces Cours à St. Petersbourg?
Je n’ose pas croire que M. le C. Nesselrode eût adopté cette marche inusitée sans motif et sans autorisation.
Si ce motif existe, si une semblable autorisation a été donnée, descendez, Sire de la Hauteur où le Providence vous a placé, pensez à moi - et jugez de l’ état ou me trouve la nouvelle année.
Elle me trouve profondément affligé, mais non indigne de votre bienveillance. Mon dévouement à votre Personne Auguste est un sentiment qui s’est désormais identifié avec celui de ma vie, et qui ne s’ éteindra qu’avec elle. Comme il n’est pas en mon pouvoir de le subordonner à aucun raisonnement, ni à aucun
Σελ. 218
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/4/gif/219.gif&w=550&h=800
calcul, aussi m’est il impossible de le faire taire. Ce sentiment m’ encourage, donc à vous demander, Sire, une double grâce.
Ne me juger pas sans m’ entendre et quelles ques soyent vos décisions à mon égard, ne me refusez pas la consolation d’ espérer que V.M.I. me conservera toujours ses bontés et ne me refusera pas un asyle dans ses états.
Je suis avec un profond respect.
Ο Καποδίστριας διαμαρτυρόταν, μια ακόμη φορά, για τη βαθμιαία παράκαμψη του και τη μη ενημέρωση του στα βαλκανικά ζητήματα από τον Νέσσελροντ2. Παράλληλα εξέφραζε την απογοήτευση του απέναντι στην εξαλειφόμενη προς το πρόσωπο του βαθμιαία αυτοκρατορική έμπιστοσύνη3.
1. C. W. Crawley, J. Capodistrias: Some Unpublished Documents, ό.π., σ. 52-53.
2. Πρβλ. Ν. Mikhailovitch, Les Rapports diplomatiques de Lebzeltern, σ. 363, R. Metternich, Aus Metternich’s nachgelassenen papieren, τομ. Γ' σ. 507.
3. E. Levis - Mirepoix, Mémoires κλπ. σ. 422.
Σελ. 219
Ψηφιοποιημένα βιβλία
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Α΄, 1976
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Β΄, 1978
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Γ΄, 1980
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Δ΄, 1984
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Ε, 1984
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. ΣΤ΄, 1984
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Ζ΄, 1986
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Η΄, 1987
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Ι΄, 1983
Προηγούμενη | Επόμενη | Σελίδα: 202 |
arheion_ioannou_kapodistria__t__st__-b-4*
να προστατεύσουν στην Ανατολή και που δεν έχουν επιπλέον στις όχθες της Μαύρης θάλασσας κτήσεις, των οποίων το εμπόριο και η ευημερία, αφού είχαν μια τόσο επιτυχημένη ανάπτυξη κάτω από την προστασία των ειδικών τους προνομίων, θα εξασθένιζαν σε λίγο, αν στερούνταν συμφωνίες κηδεμονίας, στις οποίες όφειλαν και την αιφνίδια γέννησή τους και τη θαυματουργή ανάπτυξή τους.
Ζυγισμένες με όλη την προσοχή που απαιτούν, αυτές οι τόσο σοβαρές σκέψεις, μας κάνουν να πιστέψουμε πως όσο επιβάλλεται να πάρουμε θέση που επιτρέπει στην πορεία των γεγονότων να κατευθύνει τις αποφάσεις των συμμαχικών αυλών κατά τις ανεξιχνίαστες βουλές της θείας Πρόνοιας, άλλο τόσο φαίνεται χρήσιμο και αναγκαίο η Ρωσία, χωρίς να απομακρυνθεί από το γράμμα των καθηκόντων που της υπαγορεύουν αυτές οι συνθήκες, να εξακολουθήσει για την ώρα να ακολουθεί με καινούργιες μεθόδους τον πρώτο σκοπό, που είχε κατά νου: τη διατήρηση της τουρκικής κυβέρνησης (διακυβέρνησης) με όρους σύμφωνους προς τις θρησκευτικές και πολιτικές της υποχρεώσεις.
» Ad secundum: Εάν τέτοια είναι η απόφαση που παίρνει, οφείλει να εμπιστεύεται αποκλειστικά στην επιρροή που οι συμμαχικές αυλές θα ασκήσουν πάνω στην τουρκική κυβέρνηση, με όλα τα ενδεχόμενα ενός προνομιακού και τιμητικού συμβιβασμού;
Αυτό το θέμα, έχοντας περιορισθεί στα πραγματικά του όρια, καθίσταται εύκολο να επιλυθεί, γιατί κατά βάθος θα εμπιστευόμασταν τα συμφέροντά μας σε μια ξένη μεσολάβηση, που θα είχε προκύψει από τη δύναμη των περιστάσεων, και από την οποία η Ρωσία, ούτε όμως και τα γενικά συμφέροντα, δεν θα είχαν κανένα όφελος ούτε για το παρόν ούτε για το μέλλον.
Θα ήταν περιττό να κάνουμε μακροχρόνιες παρατηρήσεις, προκειμένου να αποδείξουμε τα πολυάριθμα άτοπα, που η Ρωσία θα φοβόταν δικαίως από ένα συμβιβασμό που θα είχε συνομολογηθεί από άλλες Δυνάμεις, για λογαριασμό της, αλλά χωρίς την παρουσία της.
Και κατ’ αρχήν, κατά πάσα πιθανότητα, αυτός ο συμβιβασμός δεν θα βασιζόταν στις τελευταίες προτάσεις που απευθύναμε στην Πύλη, γιατί αν μια ξένη επιρροή θα είχε κατορθώσει να τις κάνει αποδεκτές, ασφαλώς δεν θα είχαμε αντιμετωπίσει άρνηση σήμερα, και ο βαρώνος Στρόγγανωφ δεν θα είχε βρεθεί στην ανάγκη να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη.
Επειδή δε θα μπορούσαμε, εν τούτοις, να υιοθετήσουμε άλλες διαπραγματευτικές βάσεις, ας υποθέσουμε για μια στιγμή ότι η μεσολάβηση των άλλων αυλών επιτυγχάνει τη συγκατάθεση της τουρκικής κυβέρνησης: θα προέκυπτε απ’ αυτό ότι θα είχαμε συνάψει μαζί της μια προνομιακή και διαρκή ειρήνη; Μπορούμε λογικά να δεχθούμε ότι οι ξένες Δυνάμεις θα έκαναν τους Τούρκους να την προσυπογράψουν, χωρίς να τους εγγυηθούν μια διαρκή