Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Α΄

Τίτλος:Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Α΄
 
Τόπος έκδοσης:Κέρκυρα
 
Εκδότης:Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών
 
Συντελεστές:Κώστας Δαφνής, Κ.Θ. Δημαράς, Αριστείδης Στεργέλλης
 
Έτος έκδοσης:1976
 
Σελίδες:370
 
Θέμα:Αποστολή εις Κεφαλληνίαν
 
Αυτοβιογραφία
 
Εκπαιδευτική δράσις
 
Το Βιβλίο σε PDF:Κατέβασμα αρχείου 53.42 Mb
 
Εμφανείς σελίδες: 73-92 από: 369
-20
Τρέχουσα Σελίδα:
+20
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/73.gif&w=550&h=800

τεύσεις με τας συμμάχους Αυλάς εις τρόπον ώστε να αχθούν να συμπράξουν μετά της Ρωσσίας κατά των Τούρκων δι’ ην περίπτωσιν ούτοι ήθελον εξακολουθήσει απορρίπτοντες τας προτάσεις μας.

Η μακροθυμία και η μετριοπάθεια αίτινες διέκρινον τας απαιτήσεις μας παρεγνωρίσθησαν τελείως υπό της Πύλης, της Αυστρίας και της Αγγλίας.

Η Πρωσσία και η Γαλλία ανεγνώρισαν πλήρως την έλλειψιν υστεροβουλίας και την ευρύτητα των αντιλήψεων της Αυτού Μεγαλειότητος, εξέφρασαν δε την επιθυμίαν να ενωθούν μετά της Ρωσσίας ίνα ανακόψουν τας τρομεράς προόδους της αναρχίας και αποτρέψουν τας καταιγίδας αι οποίαι ημαύρωναν τον ορίζοντα της Ανατολής.

Η Α. Μ. ο Βασιλεύς της Αγγλίας επεχείρησε τότε ταξίδιον εις Αννόβερον121, εκεί δε μετέβη και ο πρωθυπουργός της Αυστρίας. Είναι πιθανόν ότι αι συχναί του συνδιαλέξεις μετά του λόρδου Κάστλερεη είχον ως μόνον θέμα τας περί του τουρκικού ζητήματος ανακοινώσεις μας. Το πραγματικόν αίτιον των συνομιλιών τούτων παρέμεινεν εις ημάς αγνωστον· το γεγονός όμως είναι ότι έκτοτε αι δύο αύται κυβερνήσεις, χωρίς να καταπολεμήσουν ή να ανασκευάσουν τας προτάσεις μας, συστηματικώς απέκρουσαν αυτάς, η δε έπαρσις και η επιμονή της Πύλης έναντι της Ρωσσίας εδιπλασιάσθη.

Λαμβάνων υπ’ όψει την κατάστασιν ταύτην επανηρχόμην κατ’ επανάληψιν εις τας ιδιαιτέρας συνομιλίας μου μετά του Αυτοκράτορος επί της απαραιτήτου ανάγκης να παύσωμεν διαπραγματευόμενοι και να δράσωμεν. Εξέθετον εις Αυτόν ότι ίσως αι ανακοινώσεις μας είχον προκαλέσει την εν Αννοβέρω συνάντησιν· ότι η συνάντησις αύτη θα έδωκεν εις τους Τούρκους την βεβαιότητα ότι η Ρωσσία ουδέποτε θα εχρησιμοποίει την ισχύν των όπλων διά να τύχη ικανοποιήσεως· ότι η αναβολή της δράσεως θα συνεπλήρωνε την δήωσιν και καταστροφήν των παριστρίων ηγεμονιών· ότι οι Έλληνες θα έπαυον ευρισκόμενοι εντός της σφαίρας της ρωσσικής επιρροής· ότι, εάν η τοιαύτη νέα κατάστασις διετηρείτο και επαγιούτο, τα μεγάλα συμφέροντα της Ρωσσίας εν Ανατολή θα ευρίσκοντο εν προφανεί κινδύνω· ότι τότε η Αυτού Μεγαλειότης θα ηναγκάζετο να προστατεύση ταύτα ουχί μόνον έναντι της αμαθείας και της τυφλής ωμότητος των Τούρκων αλλά και έναντι του εμπορικού εγωισμού της Αγγλίας και της ζηλοτύπου ανησυχίας της Αυστρίας· τέλος ότι όσον περισσότερον εφοβούμεθα τώρα να προβώμεν εις στρατιωτικήν επίδειξιν παρά τον Δούναβιν, επί τοσούτον ο πόλεμος, τον οποίον θα ηναγκάζετο μίαν ημέραν η Ρωσσία να διεξαγάγη εκεί, θα κατήντα σοβαρώτερος και συγχρόνως περισσότερον άκαρπος, καθ’ όσον αύτη δεν θα εύρισκε πλέον τί να σώση και διότι ουδείς πλέον θα

121. Ως γνωστόν, το Αννόβερον, εξ ου κατήγετο η εν Αγγλία βασιλεύουσα δυναστεία, διετέλεσεν εν προσωπική ενώσει μετά της Μεγάλης Βρεττανίας μέχρι της εις τον αγγλικόν θρόνον αναρρήσεως της Βασιλίσσης Βικτωρίας κατά το 1837 (εν Αννοβέρω δεν ανεγνωρίζετο δικαίωμα διαδοχής εις τα θήλεα).

Σελ. 73
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/74.gif&w=550&h=800

ήτο εις θέσιν να υπολογίση εκ των προτέρων τας ελπίδας επιτυχίας ενός τοιούτου πολέμου.

Ο Αυτοκράτωρ μοι απήντα πάντοτε ότι οι φόβοι μου και η ανυπομονησία μου ήσαν υπερβολικαί. Ουχ ήττον η Αυτού Μεγαλειότης απεφάσισε να γράψη αυτοπροσώπως προς τον λόρδον Κάστλερεη επιστολήν125, ήτις περιέγραφε την θλιβεράν και απειλητικήν κατάστασιν εν η ευρίσκετο το τουρκικόν ζήτημα, ως και τα ρωσσικά συμφέροντα, και εξέθετε την ανάγκην ταχείας θεραπείας. Ο Αυτοκράτωρ εκάλει το Αγγλικόν Υπουργείον να εξηγηθή και να συνεννοηθή μετά των λοιπών συμμαχικών ανακτοβουλίων ίνα αποφασίσουν να συμπράξουν τέλος πάντων μετά της Ρωσσίας και εν ανάγκη ενόπλως.

Ο λόρδος Κάστλερεη, ως συνήθως, δεν εδέχθη την πρότασιν ταύτην, αι δε δήθεν ειρηνικαί και κοιναί των Δυνάμεων διαπραγματεύσεις μετά της Πύλης συνεχίσθησαν.

Συγχρόνως περίπου η Αυστρία εφάνη αναγνωρίζουσα την ανάγκην να επιδιώξη κοινήν μεταξύ των Ηγεμόνων συνεννόησιν επί του ανατολικού ζητήματος και προς επιτυχίαν τούτου προέτεινεν είδος τι συνεδρίου εν Βιέννη.

Ο Αυτοκράτωρ απήντησεν ότι η μεταξύ των κυβερνήσεων συμφωνία ήτο διακαής Του πόθος, ότι εάν η επίτευξις τοιαύτης συμφωνίας προϋπέθετε προσωπικήν επαφήν, θα συγκατετίθετο εις τούτο, αλλ’ ότι, επιθυμών να εξηγηθή αυτοπροσώπως με τους συμμάχους Του και μη δυνάμενος να απουσιάση εκ νέου εις το εξωτερικόν, παρεκάλει Αυτός τους συμμάχους Του ή τους απεσταλμένους των να μεταβούν εις Ρωσσίαν εις τον τόπον της αρεσκείας των.

Εις το ανακτοβούλιον της Αυστρίας δεν ήρεσεν η απάντησις αύτη και αι δύο κυβερνήσεις εξηκολούθησαν ανταλλάσσουσαι όγκους εγγράφων και υπομνημάτων.

Αι μακραί αύται και επίπονοι μεταξύ του αυστριακού και του ρωσσικού υπουργείου συζητήσεις επέτρεπον αρκούντως να διίδη τις ότι ο πρίγκιψ Μέττερνιχ επεθύμει όπως εις αυτόν αποκλειστικώς ανατεθή η διεύθυνσις των εν Κωνσταντινουπόλει διαπραγματεύσεων και ότι μόνον υπό τον όρον τούτον άφηνε να υπονοηθή ότι θα εξευρίσκετο τρόπος ώστε να στεφθούν αύται υπό επιτυχίας συμφώνως προς τας βλέψεις του Αυτοκράτορος.

Εξακολουθών να κρίνη τας προθέσεις των συμμάχων Του κατ’ αναλογίαν των ιδικών Του, ο Αυτοκράτωρ εφαίνετο διατεθειμένος να υποστηρίξη τα σχέδια της Αυστρίας και με ηρώτησε κατά τινα συνεργασίαν μας πώς θα ηδύνατο να τεθή εις εφαρμογήν το υπό της Αυστρίας προταθέν σύστημα χωρίς ημείς να παρεκκλίνωμεν εκ της χαραχθείσης οδού.

«Το Αυστριακόν Υπουργείον», απήντησα, «δεν είναι καλής πίστεως, η δε Υμετέρα Μεγαλειότης δύναται να πεισθή περί τούτου εκ του ότι ουδενός εκ των προς τον κ. Λεπτσέλτερν αποστελλομένων εγγράφων το περιεχόμενον

122. Prokesch Osten III, σελ. 191 - 196.

Σελ. 74
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/75.gif&w=550&h=800

απαντά εις εκείνα άτινα ο κόμις Γολόβκιν, τη διαταγή της Υμετέρας Μεγαλειότητος, υποβάλλει εις τον πρίγκιπα Μέττερνιχ. Εκ τούτου πρέπει να συμπεράνωμεν ότι ο τελευταίος δεν θέλει ούτε να εξηγηθή ούτε να συνεννοηθή μεθ’ ημών, ότι δε, ούτω πράττων, αποβλέπει εις το να δώση εις τους Τούρκους τον απαιτούμενον καιρόν όπως θέσουν τέρμα εις την ην αποκαλεί ανταρσίαν των Ελλήνων. Αλλ’ η ιστορία τόσον του παρελθόντος όσον και των ημερών μας έπρεπε να τον είχε διδάξει ότι τοιούτος υπολογισμός, εάν δεν είναι απάνθρωπος, είναι πάντως εσφαλμένος· και ότι οι Έλληνες ευρίσκονται νυν εις την επιτακτικήν ανάγκην να προτιμήσουν να εξολοθρευθούν μάλλον ή να υποταχθούν εκ νέου άνευ εγγυήσεώς τινος εις τους Τούρκους. Όθεν ποία Δύναμις, πλην της Ρωσσίας, δύναται να παράσχη εις αυτούς την εγγύησιν ταύτην; Επί πλέον δεν δύναμαι να φαντασθώ την Αυστρίαν ενεργούσαν μόνην προς επιτυχίαν του σχεδίου εις το οποίον προσπαθεί να παρασύρη την Υμετέραν Μεγαλειότητα, εφ’ όσον και η Αγγλία θα έχη το μερίδιόν της, αι δε σχετικαί αποφάσεις ελήφθησαν ήδη εν Αννοβέρω. Ούτω δε εχόντων των πραγμάτων, διά να φθάσωμεν εις ωρισμένον αποτέλεσμα, θα πρέπει να μεταχειρισθώμεν γλώσσαν αποφασιστικήν και κατηγορηματικήν και εν Λονδίνω και εν Βιέννη, αλλά συγχρόνως και διά νέων διπλωματικών αντιπροσώπων. Αντικείμενον της ανατεθησομένης εις αυτούς αποστολής θα είναι η αποδοχή του υπό της Αυστρίας προτεινομένου σχεδίου, αλλά μόνον υπό εκείνους τους όρους υπό τους οποίους η Υμετέρα Μεγαλειότης θα δύναται να προβή ακόμη εις την τελευταίαν ταύτην παραχώρησιν: Αι σύμμαχοι Κυβερνήσεις θα συμπράξουν εν Κωνσταντινουπόλει ίνα πείσουν την Πύλην να ικανοποιήση τας απαιτήσεις της Ρωσσίας, αλλ’ εν η περιπτώσει τα διαβήματά των παρέμενον άνευ αποτελέσματος, οι σύμμαχοι θα συνεργασθούν μετά της Ρωσσίας ίνα εξαναγκασθή η Τουρκία να δεχθή και να εφαρμόση τα μέτρα άτινα θα επέφερον την ειρήνευσιν της Ελλάδος και την αποκατάστασιν φιλικών σχέσεων μεταξύ Ρωσσίας και Τουρκίας. Τα μέτρα δε ταύτα θα υπεδεικνύοντο από τούδε, ενώ συγχρόνως θα καθωρίζετο εκ συμφώνου μεταξύ των Δυνάμεων τίνι τρόπω θα εξηναγκάζετο η Πύλη να δεχθή ταύτα. Ο τρόπος δε ούτος θα συνίστατο: πρώτον, εις την ανάκλησιν των εν Κωνσταντινουπόλει πρεσβειών· δεύτερον, εις συνεννόησιν περί των στρατιωτικών επιχειρήσεων ας αι πέντε Δυνάμεις θα επιχειρήσουν από κοινού προς υποστήριξή των προς την Πύλην διπλωματικών διαβημάτων. Η τοιαύτη μετά των συμμαχικών ανακτοβουλίων συμφωνία θα διετυπούτο εν συνθήκη ή πρωτοκόλλω υπογεγραμμένω υφ’ εκάστης των συμβαλλομένων Δυνάμεων.»

Ο Αυτοκράτωρ ενέκρινε το σχέδιον τούτο και μοι ανέθεσε να ασχοληθώ άνευ αναβολής με την εκτέλεσίν του.

Συνέστησεν επίσης εις τον κόμιτα Νεσσελρόδε και εις εμέ να σκεφθώμεν ως προς την εκλογήν των δύο νέων απεσταλμένων. Απήντησα αυθωρεί ότι κατά την γνώμην μου ο βαρώνος Στρόγανωφ θα ηδύνατο να φέρη εις πέρας

Σελ. 75
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/76.gif&w=550&h=800

την εν Λονδίνω αποστολήν και ότι ο κόμις Πέτρος Τολστόι123, τέως πρεσβευτής της Αυτού Μεγαλειότητος εν Παρισίοις, ήτο επίσης ενδεδειγμένος ίνα επιτύχη εν Βιέννη. Ο δε κόμις Νεσσελρόδε προέτεινε διά μεν την Βιέννην τον εν ενεργεία κρατικόν σύμβουλον Τατίστσεφ, διά δε το Λονδίνον υπεστήριξεν ότι ο κόμις Λίβεν επήρκει όπως εκπληρώση τας προθέσεις της Αυτού Μεγαλειότητος.

Ο Αυτοκράτωρ επεφυλάχθη να σκεφθή σχετικώς. Ουχ ήττον, σχεδόν αμέσως, μας εξουσιοδότησε να βολιδοσκοπήσωμεν τον κ. Τατίστσεφ εν σχίσει με τας διαπραγματεύσεις αίτινες θα ανετίθεντο εις αυτόν.

Τούτο εσήμαινεν αρκετά σαφώς ότι η Αυτού Μεγαλειότης ετάσσετο υπέρ της προτάσεως του κόμιτος Νεσσελρόδε. Παρά ταύτα ο Αυτοκράτωρ ενέκρινε πλήρως τα σχέδια των οδηγιών των προωρισμένων διά τους δύο εκτάκτους πρεσβευτάς ως και του πρωτοκόλλου όπερ προετείνομεν προς υπογραφήν εις τα συμμαχικά ανακτοβούλια, επίσης δε και των εγγράφων δι’ ων αι εν Βερολίνω και Παρισίοις ρωσσικαί πρεσβείαι διετάσσοντο να διαπραγματευθούν την προσχώρησιν εις την συνθήκην ταύτην των εκεί κυβερνήσεων.

Απεφασίσθη οπως ο κ. Τατίστσεφ αποσταλή εις Βιέννην· συγχρόνως δε απεστάλησαν διπλωματικοί ταχυδρόμοι εις Βερολίνον, Παρισίους και Λονδίνον.

Η Α. Μ. ο Βασιλεύς της Πρωσσίας εδέχθη τας προτάσεις μας και διέταξε τον πρωθυπουργόν Του να υπογράψη το πρωτόκολλον, δι’ ου η Πρωσσία υπέσχετο να συμπράξη μετά της Ρωσσίας εις ην περίπτωσιν τα κοινά των συμμάχων διαβήματα εν Κωνσταντινουπόλει έμενον άνευ αποτελέσματος. Ο Βασιλεύς της Γαλλίας έπραξε το αυτό και ο πρωθυπουργός Του υπέγραψε το πρωτόκολλόν μας.

Ο λόρδος Κάστλερεη ετήρησε μακράν και επίβουλον σιγήν.

Ο δε κ. Τατίστσεφ μετά δύο περίπου μήνας επανήλθεν εις Πετρούπολιν φέρων εις την Αυτού Μεγαλειότητα εκτενές σχέδιον αποβλέπον εις το να συγκεντρωθούν εν Βιέννη αι διαπραγματεύσεις, ας θα διεξήγε πρωτίστως αυτός, αφικνουμένου βραδύτερον εκεί του Αυτοκράτορος, αφ’ ου οπωσδήποτε το φθινόπωρον η παρουσία Του θα καθίστατο αναγκαία εν Βερώνη κατά το συνέδριον του ιταλικού ζητήματος.

Ο κ. Τατίστσεφ προυτίμησε να με αφήση εν αγνοία των ανακοινώσεων ας έφερεν εκ μέρους του πρίγκιπος Μέττερνιχ. Ο Αυτοκράτωρ δεν συνεμερίσθη, ως φαίνεται, την δυσπιστίαν ταύτην και την επομένην μοι τας απέστειλε μετ’ ιδιοχείρου σημειώματος.

Κατά την μετ’ Αυτού πρώτην επακολουθήσασαν συνεργασίαν ο Αυτοκράτωρ ηθέλησε να ακούση τας σκέψεις μου επί των αποτελεσμάτων της αποστολής του κ. Τατίστσεφ. Δεν εδίστασα να υποβάλω εις Αυτόν τας παρατηρήσεις

123. Ο στρατηγός Πέτρος Αλεξάνδροβιτς Τολστόι (1761 - 1844) εστάλη κατ’ Οκτώβριον του 1807 πρεσβευτής παρά τω Ναπολέοντι, αλλ’ ανεκλήθη έν έτος βραδύτερον λόγω της αντιναπολεοντείου πολιτικής του.

Σελ. 76
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/77.gif&w=550&h=800

ρήσεις μου. Η Αυτού Μεγαλειότης με διέταξε να διατυπώσω αυτάς εγγράφως εν εκθέσει συνεργαζόμενος διά την σύνταξίν της μετά των κ. κ. Τατίστσεφ και Νεσσελρόδε.

Ανέλαβον πάραυτα το έργον τούτο και περατώσας το σχέδιον της εκθέσεως συνεζήτησα το κείμενον αυτής με τους ανωτέρω κυρίους. Ο κ. Τατίστσεφ δεν εφάνη συμφωνών με τα συμπεράσματα της εκθέσεώς μου παρατηρών ότι ταύτα αντέκειντο προς τας προθέσεις της Αυτού Μεγαλειότητος. Έδωσα εις αυτόν την δέουσαν απάντησιν και απέστειλα αυθημερόν προς την Αυτού Μεγαλειότητα την έκθεσιν συνοδεύων αυτήν με ιδιόχειρον συμπληρωματικόν σημείωμα.

Βασιζόμενος εις όσα είχον συμβή, ανεσκεύαζον τας προτάσεις του ανακτοβουλίου της Βιέννης και απεδείκνυον, ως είχον ήδη επανειλημμένως πράξει τούτο, την επείγουσαν ανάγκην να προβώμεν εις εξαναγκαστικά απέναντι των Τούρκων μέτρα. Εις το συμπληρωματικόν σημείωμα ανέπτυσσον λεπτομερέστερον τους λόγους ους είχον υπ’ όψει. Τέλος εις την επιστολήν ήτις συνώδευε την εργασίαν ταύτην ελάμβανον το θάρρος να προσθέσω, ότι, εάν ο Αυτοκράτωρ απεστρέφετο την λήψιν βιαίων μέτρων, θα ηδύνατο εισέτι να προλάβη τα μειονεκτήματα του αυστριακού συστήματος και να διατηρήση αμείωτον την θέσιν και τα δικαιώματα Του λαμβάνων στάσιν αναμονής, ούτε δίδων ούτε δεχόμενος περαιτέρω εξηγήσεις.

Θα ελέγομεν διά τελευταίαν φοράν εις τας συμμάχους κυβερνήσεις: «Πράξατε σείς ό,τι θέλετε απέναντι των Τούρκων, ημείς πάντως θα παραμείνωμεν ξένοι προς τας διαπραγματεύσεις σας. Και εάν μεν αύται καταλήξουν εις ωφέλιμα αποτελέσματα, ο Αυτοκράτωρ θα σας φανή ευγνώμων. Εν εναντία περιπτώσει η Αυτού Μεγαλειότης θα λάβη, καθ’ ην στιγμήν το κρίνη αναγκαίον, την απόφασιν εκείνην ην θα απαιτήσουν τα καθήκοντα Της και τα συμφέροντα του κράτους Της.»

Μοι εφαίνετο ότι ο Αυτοκράτωρ, αποστέλλων εις Βιέννην την δήλωσιν ταύτην αντί να μεταβή ο ίδιος και τηρών μετέπειτα απόλυτον σιγήν, θα ηδύνατο τελικώς να πείση την Αυστρίαν και την Αγγλίαν ότι ήτο αποφασισμένος να μη εγκαταλείψη εις τας δύο ταύτας Δυνάμεις τα εν τη Ανατολή συμφέροντά Του και ότι ούτω αι δύο αύται κυβερνήσεις θα ευρίσκοντο εις την ανάγκην να εξηγηθούν και να συνεννοηθούν ειλικρινώς μετά της Ρωσσίας.

Η ακρόασις ην ο Αυτοκράτωρ μας παρέσχε μετά την λήψιν της εκθέσεως ταύτης υπήρξε θυελλώδης. Η Αυτού Μεγαλειότης ανεκεφαλαίωσε το περιεχόμενον των εγγράφων άτινα Τη είχον υποβάλει με ύφος αυστηράς αποδοκιμασίας, μας διέταξε δε ξηρώς να απαντήσωμεν εις το ανακτοβούλιον της Βιέννης ότι ο κ. Τατίστσεφ θα μετέβαινεν εκεί ίνα προετοιμάση από κοινού μετά του πρίγκιπος Μέττερνιχ τας διαπραγματεύσεις, ας η Αυτού Μεγαλειότης προυτίθετο αυτοπροσώπως να διευθύνη περί τα τέλη Αυγούστου, ότε θα

Σελ. 77
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/78.gif&w=550&h=800

μετέβαινεν εις συνάντησιν του σεπτού Αυτής συμμάχου, του Αυτοκράτορος Φραγκίσκου.

Η απόφασις αύτη ελέχθη κατά τοιούτον τρόπον, ώστε ουδεμία αντίρρησις ήτο πλέον δυνατή124.

Επανελθόντες ως συνήθως εις το Υπουργείον των Εξωτερικών ο κόμις Νεσσελρόδε και εγώ, συνεζητήσαμεν και πάλιν επί της εργασίας μας. Ο κόμις μοι είπε τότε:

«Προσπαθήσατε να ικανοποιήσετε τον Αυτοκράτορα. Ως βλέπετε, αι αποφάσεις Του είναι αμετάκλητοι.»

«Ναι, βεβαίως, το βλέπω όπως και σεις, αλλά δεν είμαι εγώ εκείνος όστις θα τας εκτελέση.»

Τω εξήγησα τότε τους λόγους μου και τον παρεκάλεσα να με θεωρήση του λοιπού ως μη υπάρχοντα δι’ όλας τας σχετικάς με την νέαν αποστολήν του κ. Τατίστσεφ και με τας διασκέψεις αίτινες θα συνεκροτούντο εν Βιέννη και Βερώνη. Τω έδωκα να εννοήση ότι θα εζήτουν παρά του Αυτοκράτορος την άδειαν να μη παραστώ εις ταύτας αλλ’ ότι θα εξηκολούθουν έως τότε τας άλλας εργασίας αίτινες μοι είχον ανατεθή. Ο κόμις Νεσσελρόδε εφάνη θλιβείς με την απόφασίν μου και έκτοτε ησχολήθη μόνος με τα εν λόγω ζητήματα.

Εζήτησα παρά της Αυτού Μεγαλειότητος ιδιαιτέραν ακρόασιν, ήτις μοι εχορηγήθη μόνον μετά τινας εβδομάδας. Εν τω μεταξύ αι υπηρεσιακαί συνεργασίαι μας εξηκολούθησαν. Παρέστην βωβός μάρτυς εις εκείνας εις ας ο Αυτοκράτωρ συνεζήτησε και ενέκρινε την αποστολήν του κ. Τατίστσεφ και έλαβον τον λόγον μόνον ίνα υποβάλω εις την Αυτού Μεγαλειότητα άλλα ζητήματα. Ο Αυτοκράτωρ ελυπήθη πολύ εκ της επελθούσης μεταβολής εις την εργασίαν μας και μοι το έδειξε.

Τέλος μοι εχορήγησε την ακρόασιν ην είχον ζητήσει.

Αύτη διήρκεσεν υπέρ τας δύο ώρας. Ο Αυτοκράτωρ ήκουσε με καλωσύνην την ανακεφαλαίωσιν των ιστορικών γεγονότων συνεπεία των οποίων προσελήφθην εις την υπηρεσίαν Του, ως και την πιστήν αφήγησιν των περιστάσεων αίτινες μοι είχον παράσχει την ευτυχίαν να εργάζωμαι υπό τα όμματά Του. Υπέμνησα εις Αυτόν τας εξηγήσεις ας έσχομεν εν Παρισίοις τω 1815, ότε ηυδόκησε να με διορίση Γραμματέα της Επικρατείας. Εντεύθεν ορμώμενος κατέδειξα εις Αυτόν ότι το σύστημα, όπερ νυν ησπάζετο, με έθετε εις το δίλημμα ή να παραβιάσω τα αισθήματά μου και πάντα τα καθήκοντα τα επιβαλλόμενα υπό της πατρίδος εις ην ουδέποτε έπαυσα να ανήκω, ή να

124. Αντί της τελευταίας ταύτης φράσεως ο Καποδίστριας είχεν αρχικώς γράψει εις το εν Κερκύρα φυλασσόμενον ιδιόχειρον σχέδιον τα εξής: Μεθ’ ο αποτεινόμενος προς εμέ ο Αυτοκράτωρ είπε: «Θα αναλάβετε ως συνήθως να συντάξετε τας απαντήσεις ταύτας και υπολογίζω επί της ευθύτητός σας.» Απήντησα ότι το Υπουργείον εξεπλήρου τα καθήκοντα του, μεθ’ ο εσιώπησα. Βραδύτερον ο Καποδίστριας αντικατέστησε ταύτα διά της ανωτέρω, εν τω κειμένω, φράσεως.

Σελ. 78
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/79.gif&w=550&h=800

αθετήσω τα καθήκοντα της προς τον Αυτοκράτορα υπηρεσίας μου. Τοιαύτη θα ήτο πράγματι η θέσις μου εάν εθεώρουν εισέτι εμαυτόν ικανόν να Τον υπηρετώ εις το Υπουργείον των Εξωτερικών εις στιγμήν καθ’ ην θα εχρησιμοποίει όλην την ισχύν Του εναντίον του ατυχούς Ελληνικού έθνους.

Εξέθηκα εις τον Αυτοκράτορα πώς εν Βιέννη και εν Βερώνη η Κυβέρνησίς Του θα εδεικνύετο εχθρική προς τους εν Τουρκία ομοδόξους της Ρωσσίας και διατί η μεγάλη αύτη θυσία ουδέν αποτέλεσμα θα απέφερε σύμφωνον προς τας προθέσεις της Αυτού Μεγαλειότητος.

Αφ’ ου απέδειξα περιτράνως το συμπέρασμα τούτο, ικέτευσα τον Αυτοκράτορα να διατάξη τί έμελλον να γίνω.

Ο Αυτοκράτωρ μοι απήντησεν: «Εις την θέσιν σας θα έλεγον και θα έπραττον ως υμείς, αλλ’ εις την θέσιν Μου αδυνατώ να μεταβάλω απόφασιν.»

Η Αυτού Μεγαλειότης έλαβε τον κόπον να μοι εκθέση λεπτομερώς τους λόγους Της. Ήσαν εκείνοι δι’ ων επανειλημμένους ηθέλησε να μοι αποδείξηότι προετίμα το αυστριακόν σύστημα μόνον και μόνον διά την επείγουσαν και επιτακτικήν ανάγκην της διατηρήσεως της ειρήνης εν Ευρώπη και της μεταξύ των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων συνεργασίας, ήτις ήτο η μόνη εγγύησις της ειρήνης ταύτης.

Ενθαρρυνθεις υπό της Αυτού Μεγαλειότητος, ήτις προφανώς επεθύμει να συμμερισθώ την γνώμην Της, ετόλμησα διά τελευταίαν φοράν να εκφράσω μετά βαθείας συγκινήσεως την θλίψίν μου διότι η συνείδησίς μου και η ασθενής μου κρίσις με κατεδίκαζον να θεωρήσω τα πράγματα υπό όλως διάφορον άποψιν.

«Τότε λοιπόν», απήντησεν ο Αυτοκράτωρ, «αφ’ ου είναι ανάγκη, ας χωρισθώμεν. θα διατηρήσετε όμως την θέσιν σας. Προ της αναχωρήσεώς Μου θα αποπερατώσετε όλας τας υποθέσεις ας σας ενεπιστεύθην και ιδία όλας τας της βορειοδυτικής ακτής της Αμερικής, θα αναχωρήσετε μόνον μετά την αναχώρησίν Μου. Θα μεταβήτε εις λουτρόπολιν, ως και άλλοτε. Είναι απαραίτητον διά την υγείαν σας και επιθυμώ να θεραπευθήτε.»

Εξηκολούθησα να εργάζωμαι μετά της Αυτού Μεγαλειότητος κατά το σύνηθες ομού μετά του κόμιτος Νεσσελρόδε και μόνος διά τας υποθέσεις της Βεσσαραβίας.

Η Αυτού Μεγαλειότης, αποχαιρετώσα με, με ενηγκαλίσθη: «Θα συναντηθώμεν και πάλιν», μοι είπεν, «ή τουλάχιστον θα Μοι δίδετε ειδήσεις σας. Εστέ βέβαιος ότι τα προς υμάς αισθήματά Μου δεν θα μεταβληθούν ποτέ.»

Ανεχώρησα εκ Πετρουπόλεως περί τα μέσα Αυγούστου του 1822 και μετέβην εις Εμς. Το φθινόπωρον έφθασα εις Ελβετίαν και εγκατεστάθην εις τα περίχωρα της Γενεύης εις μονήρη εξοχήν. Σοβαρά ασθένεια με ηνάγκασε να ζητήσω οίκημα εν τη πόλει, ένθα επίσης έζησα όλως απομονωμένος, ουδέν παραμελών ίνα με λησμονήση ο κόσμος.

Ματαίως όμως το προσεπάθησα. Οι Έλληνες οι εκδιωχθέντες εκ των

Σελ. 79
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/80.gif&w=550&h=800

χωρών όπου μέχρι της παρούσης δυστυχίας των είχον εύρει γευναίαν και ευεργετικήν φιλοξενίαν, ως και εκείνοι ους αι καταστροφαί της Χίου, της Κύπρου, των Κυδωνιών και των Ψαρών διέσπειραν εις τα παράλια της Αδριατικής και της Μεσογείου, ήλθον προς εμέ ζητούντες παρ’ εμού βοηθήματα ή ελπίζοντες να επιτύχουν ταύτα δι’ εμού παρά των ξένων.

Η Προσωρινή Κυβέρνησις της Ελλάδος και πολλοί εκ των στρατιωτικών και εκκλησιαστικών αρχηγών κατ’ ιδίαν, μοι έστειλαν εις στιγμάς απελπισίας απεσταλμένους προς τον αυτόν σκοπόν και προσέτι ίνα μοι είπουν ότι ιδόντες με εν μέσω αυτών μέχρι του 1807 εν Επτανήσω και παρακολουθήσαντές με εις την σκέψιν και τους πόθους των καθ’ όλον το στάδιόν μου μέχρι της εις Γενεύην αφίξεώς μου, ουδέποτε ήθελον εγκαταλείψει την πεποίθησιν ότι ήμην και θα είμαι ως κατά το παρελθόν παρά τω Αυτοκράτορι ο υποστηρικτής των προσφιλεστέρων συμφερόντων της κοινής ημών πατρίδος· διότι άλλως, κατ’ αυτούς, θα ώφειλον να σπεύσω το ταχύτερον επί τόπου ίνα συμμερισθώ μετ’ αυτών τους κινδύνους του παρόντος και τας ελπίδας του μέλλοντος: «Εάν δεν υπηρετήτε την Ρωσσίαν, ή εάν δεν δύνασθε να εξυπηρετήσετε την Ελλάδα παρά τη Ρωσσία, τι κάμνετε εις την Ελβετίαν; Μεταβήτε τουλάχιστον εις Κέρκυραν... Πλησιέστερος προς ημάς, θα δύνασθε να μας βοηθήτε διά των συμβουλών σας. Γνωρίζετε ότι πολύ μας χρειάζονται και θα μας ωφελήσουν.»

Δεν παρέλειψα να γνωρίσω εις την Προσωρινήν Κυβέρνησιν της Ελλάδος τον αληθή χαρακτήρα της εκ Ρωσσίας απομακρύνσεώς μου. Εξήγησα εις αυτήν ότι δεν ηδυνάμην πλέον να είμαι χρήσιμος εις την Ελλάδα ως πολιτικός· ότι το μόνον όπερ ηδυνάμην ήτο να δώσω εις τα θύματα τόσων δυστυχιών συνδρομήν ανάλογον προς τα πενιχρά μου μέσα και να προκαλέσω υπέρ αυτών το ενδιαφέρον εκ μέρους των ξένων των τιμώντων με εισέτι διά της παλαιάς των φιλίας.

Αλλ’ όσω μάλλον προσεπάθουν να πείσω τους Έλληνας ότι τα συμβάντα του έτους 1821 με είχον καταστήσει όλως ανωφελή δι’ αυτούς, τόσον ολιγώτερον οι λόγοι και η μαρτυρία των πράξεών μου ίσχυσαν να τους μεταπείσουν. Ο λόγος είναι ευνόητος.

Εγκαταλειπόμενοι και καταδιωκόμενοι υφ’ όλων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, καθ’ ον χρόνον αι κυβερνήσεις αύται επενέβαινον διά της ισχύος των αποφάσεων και των όπλων των διά να επαναφέρουν την τάξιν εις τας χώρας εκείνας125 όπου η αναρχία δεν εσήμαινεν εξόντωσιν, εξωμοσίαν και δουλείαν, οι Έλληνες διηρωτώντο διατί οι χριστιανοί Ηγεμόνες, διατί ο ομόδοξος Αυτοκράτωρ της Ρωσσίας τους εγκατέλειπον εις την διάκρισιν των Τούρκων.

125. Εννοεί την στρατιωτικήν επέμβασιν της Αυστρίας εις Νεάπολιν (1821) και της Γαλλίας εις Ισπανίαν (1823).

Σελ. 80
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/81.gif&w=550&h=800

 Και κατενόουν μεν ότι τινές των Ηγεμόνων τούτων παρέδιδον αυτούς εις την εξολόθρευσιν, ίνα καταπαύσουν τους εκ της Ρωσσίας φόβους, αλλ’ ότι και αυτή αύτη η Ρωσσία συνειργάζετο εις τοιαύτην πολιτικήν, τούτο οι Έλληνες ούτε επίστευον ούτε θα πιστεύσουν ποτέ.

Εκφράζοντες κατ’ επανάληψιν εις εμέ την βαθείαν ταύτην πεποίθησιν, οι εν Ελλάδι ηγέται προσέθετον παρατηρήσεις αίτινες εδυσχέραινον έτι μάλλον την θέσιν μου, διότι επέμενον θεωρούντες αυτήν ως εγγύησιν διά το μέλλον όπερ μόνον εκ της δικαιοσύνης της ομοδόξου Ρωσσίας ηδύναντο να ελπίσουν.

Φρονούσαι την ρωσσικήν επιρροήν κυβερνήσεις τινές προσεπάθησαν να πείσουν τους Έλληνας ότι η εγκατάλειψίς των εκ μέρους της Ρωσσίας ήτο οριστική και ότι το μόνον μέσον σωτηρίας όπερ απέμενεν εις αυτούς ήτο να παραιτηθούν πάσης από την Δύναμιν ταύτην ελπίδος και παντός μετ’ αυτής δεσμού. Και ούτω επέτυχον να αποσπάσουν παρά των Ελλήνων κατά Ιούλιον του 1825 την πράξιν126 διά της οποίας εξηναγκάσθησαν ούτοι να επικαλεσθούν την αποκλειστικήν προστασίαν της Μεγάλης Βρεταννίας.

Αφ’ ετέρου αι αύται κυβερνήσεις, περιστοιχίζουσαί με παντού και πάντοτε διά της κατασκοπείας των, προσπαθούν να παρεξηγούνται αι μετά των Ελλήνων σχέσεις μου. Εννοούν δε να παραστήσουν αυτάς ουχί ως φυσικήν συνέχειαν του όλου μου βίου, αλλ’ ως ένα των κρίκων με τον οποίον συνδέω το ευρύ σχέδιον εγκαθιδρύσεως θάττον ή βράδιον της απολύτου κυριαρχίας της Ρωσσίας εν Ανατολή.

Ούτος είναι τουλάχιστον ο λόγος εις ον αναγκάζομαι να αποδώσω την επιμονήν μεθ’ ης ο πρωθυπουργός της Αυστρίας αρέσκεται να με εκθέτη, με σκοπόν να βλάψη την αγαθήν ιδέαν δι’ ης με τιμούν εν Ρωσσία και να με κατατάξη παρά την θέλησίν μου εις την παράταξιν εκείνην των ανδρών127 ους αι κυβερνήσεις αποδοκιμάζουν και ων ο πρίγκιψ Μέττερνιχ ηθέλησε να με παραστήση ως ένα των κορυφαίων.

Δεν θα αφηγηθώ ενταύθα πάντα τα σκανδαλώδη ταύτα τεχνάσματα. Περιορίζομαι να αναφέρω τρία γεγονότα ικανά να δώσουν σαφή και πλήρη ιδέαν αυτών.

Ο πρίγκιψ Μέττερνιχ, βλέπων εν Βιέννη τον στρατηγόν Μαίτλανδ κατ’ Αύγουστον του 1822, τον συνεχάρη λέγων: «Λοιπόν, στρατηγέ μου, η αρχή του κακού εξερριζώθη, ο κόμις Καποδίστριας ετάφη διά το υπόλοιπον της ζωής του. Θα ζήσετε ησύχως εν Επτανήσω και η Ευρώπη θα έχη απαλλαγή των μεγάλων κινδύνων δι’ ων την ηπείλει η επιρροή του ανδρός τούτου».

126. Εννοεί την αίτησιν στρατιωτικών και πολιτικών παραγόντων της Επαναστάσεως προς την Αγγλίαν, δι’ ης εζήτουν την αποκλειστικήν προστασίαν της.

127. Των επαναστατών.

Σελ. 81
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/82.gif&w=550&h=800

Επανακάμψας εις Κέρκυραν ο στρατηγός Μαίτλανδ επανέλαβε τους λόγους τούτους εις τον κύκλον του και ούτω διεδόθησαν καθ’ όλην την πόλιν.

Κατά την αυτήν εποχήν, ίνα ενισχύση παρά τω διπλωματικώ σώματι και τοις εν Βιέννη Ρώσσοις την αυτήν εξήγησιν της απομακρύνσεώς μου, ο πρωθυπουργός ούτος επανέλαβεν είς τινα υπάλληλον της Αυτού Αυτοκρατορικής Μεγαλειότητος, ούτινος ο βαθμός και η υπόληψις καθιστούν αναμφισβήτητον την μαρτυρίαν του, ότι η Α. Μ. ο Αυτοκράτωρ Φραγκίσκος, χαίρων ότι απεμακρύνθην της Κυβερνήσεως του σεπτού Αυτού συμμάχου, είχεν είπει εις τον κ. Μέττερνιχ: «Ο Αυτοκράτωρ Αλέξανδρος είναι υπέρ το δέον αγαθός· εάν εις των υπηρετούντων Με είχε καταχρασθή την εμπιστοσύνην Μου ως ο κόμις Καποδίστριας την του Κυρίου του, ήθελον δώσει εν παράδειγμα και διατάξει να τον αποκεφαλίσουν».

Τέλος, γνωρίζω μετά της αυτής θετικότητος ότι καθ’ όλας τας εν Γερμανία και Ιταλία ανακρίσεις όσαι από του 1822 μέχρι σήμερον εγένοντο κατά των μυστικών εταιρειών και των ταραξιών, οι ανακρινόμενοι πάντοτε ηρωτήθησαν περί των δήθεν προς εμέ σχέσεών των, μολονότι ουδείς εξ αυτών ουδέποτε με εγνώρισε προσωπικώς, εγώ δε ουδέποτε εισήλθον εις οιανδήποτε μυστικήν εταιρείαν.

Περιβάλλοντές με τοιουτοτρόπως με ατμόσφαιραν μεμολυσμένην, οι εχθροί μου ελπίζουν να απομακρύνουν απ’ εμού τα πρόσωπα άτινα απολαύουν καλής φήμης εν τω κόσμω, φαντάζονται δε ότι θα δυνηθούν να με προσεγγίσουν με τους ανήκοντας εις την αντίθετον παράταξιν.

Τούτο ούτε επέτυχον, ούτε θα επιτύχουν ποτέ. Όπως δεν θα κατορθώσουν ποτέ να εξαλείψουν από την μνήμην και την καρδίαν των Ελλήνων τα ίχνη του παρελθόντος, καταστρέφοντες ή παραμορφώνοντες τον χαρακτήρα του λαού τούτου εις βαθμόν ώστε η Ρωσσία να μη δύναται πλέον να τον προστατεύη.

Κατεβλήθη προσπάθεια να πιστεύσουν οι Έλληνες ότι αι ευρωπαϊκαί Δυνάμεις θα τους εγκατέλειπον, διότι είναι Ρώσσοι· ελέγετο δε εις αυτούς: «Είσθε Ρώσσοι, διότι είς εκ των υμετέρων είναι πάντοτε Ρώσσος και διότι εις αυτόν έχετε εμπιστοσύνην».

Οι Έλληνες με ηρώτων τί έδει να σκέπτωνται περί της φαινομενικώς ευσυνειδήτου δηλώσεως ταύτης. Ηδυνάμην άρα γε να τοις δώσω απάντησιν; Ηδυνάμην να τοις παράσχω συμβουλήν;

Η σιωπή μου, η απομόνωσίς μου, ο τίτλος ον εισέτι φέρω, δεν ήσαν άρα γε επιχειρήματα τα οποία η δολιότης και η πανουργία πολιτικών τινων ανδρών εξεμεταλλεύοντο επιτηδείως, ίνα αποπλανήσουν και καταστρέψουν οριστικώς τους δυστυχείς Έλληνας;

Έκτοτε δεν μοι επετρέπετο πλέον να παραμείνω επί μακρότερον και οικειοθελώς εις μίαν κατάστασιν η οποία αφ’ ενός μεν, μεταξύ των Ελλήνων, εγέννα περί εμού γνώμην ήτις ηδύνατο τα μάλιστα να τους ζημιώση, αφ’

Σελ. 82
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/83.gif&w=550&h=800

ετέρου δε με άφηνεν εκτεθειμένον εις τας υποψίας και τας συκοφαντίας ωρισμένων κυβερνήσεων.

Ιδού πώς έχει το ζήτημα όπερ μόνον μία δικαία απόφασις της Α. Μ. του Αυτοκράτορος της Ρωσσίας δύναται να λύση.

Την απόφασιν ταύτην επικαλούμαι σήμερον ικετεύων ευσεβάστως την Αυτού Αυτοκρατορικήν Μεγαλειότητα όπως ευαρεστηθή και λάβη υπ’ όψει το παρόν υπόμνημά.

Εν Γενεύη τη 12/24 Δεκεμβρίου 1826

ΚΟΜΙΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Σελ. 83
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/84.gif&w=550&h=800



Σελ. 84
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/85.gif&w=550&h=800

ΜΕΡΟΣ Β΄

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΕΙΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΝ

Σελ. 85
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/86.gif&w=550&h=800



Σελ. 86
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/87.gif&w=550&h=800

ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟΝ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ως ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΙ της Επτανήσου Πολιτείας εις Κωνσταντινούπολιν διά την διαπραγμάτευσιν του «Βυζαντινού» λεγομένου Συντάγματος μετέβησαν το 1800 εις την πρωτεύουσαν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι Νικόλαος Γραδενίγος Σίγουρος, κόμις Δεσύλας, εκ Ζακύνθου, και κόμις Αντώνιος Μαρίας Καποδίστριας, εκ Κερκύρας. Ούτοι εγένοντο δεκτοί με ιδιαιτέρας τιμάς, η δε επίδοσις του κειμένου του Συντάγματος εις τους εκπροσώπους της Επτανήσου Πολιτείας επραγματοποιήθη διά τελετής εξόχως μεγαλοπρεπούς. Συγχρόνως η Υψηλή Πύλη διά του από 25 Οκτωβρίου - 6 Νοεμβρίου 1800 διατάγματος διώριζε Αυτοκρατορικούς Επιτρόπους εις τας νήσους τους δύο απεσταλμένους, με αποστολήν, όπως, εν συνεργασία με τον Ηγεμόνα - Πρόεδρον της Ιονίου Γερουσίας, συστήσουν τας τοπικάς των νήσων κυβερνήσεις.

Πράγματι, οι δύο Επίτροποι, επανελθόντες εις Κέρκυραν, συνέστησαν την τοπικήν κυβέρνησιν. Εν συνεχεία ο Ηγεμών, δι’ εγγράφου του της 9 Απριλίου 1801, προσεκάλεσεν αυτούς όπως μεταβώσιν εις τας άλλας νήσους «προς διοργανισμόν των τοπικών εν αυταίς κυβερνήσεων», συγχρόνως δε διέταξε το δημόσιον πλοίον (Pubblica galeottina) να τεθή υπό τας διαταγάς των. Επίσης απέστειλε και εγκυκλίους προς τας πολιτικάς και στρατιωτικάς αρχάς των νήσων Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Λευκάδος, Ιθάκης, Παξών και Κυθήρων, «ίνα δεχθώσιν και αποδώσωσιν τας ανηκούσας τιμάς και συνδράμωσιν αυτούς προς εκτέλεσιν των υψηλών καθηκόντων» των δύο απεσταλμένων. Επειδή δε το διάταγμα της Υψηλής Πύλης παρείχε το δικαίωμα εις τους Αυτοκρατορικούς Επιτρόπους να διορίσουν αντικαταστάτας των, ο Αντώνιος Μαρίας Καποδίστριας ώρισεν αντικαταστάτην του τον υιόν του Ιωάννην Καποδίστριαν.

Οι Αυτοκρατορικοί Επίτροποι έφθασαν εις την Κεφαλληνίαν την 27ην Απριλίου 1801. Από μηνών η νήσος ευρίσκετο εις πλήρη αναστάτωσιν. Κάθε έννοια ευνόμου τάξεως είχε καταργηθή. Εις τας παλαιάς αντιθέσεις μεταξύ των ισχυρών ευγενών οικογενειών της νήσου είχε προστεθή και η κοινωνική αναταραχή, την οποίαν έφερον αι ιδέαι της γαλλικής επαναστάσεως και οι δημοκρατικοί Γάλλοι οι οποίοι είχον προηγηθή των Ρωσσοτούρκων εις τας Ιονίους Νήσους. Η επί αιώνας καταπίεσις των αγροτών ωδήγησεν εις επαναστατικήν έκρηξιν, η οποία, χωρίς να συνειδητοποιή εις βάθος τους ιδεολογικούς και κοινωνικούς στόχους της, ετάρασσεν εκ θεμελίων το φεουδαρχικόν κατεστημένον. Επίσης τα αστικά στοιχεία των πόλεων, τα οποία κατά την παραμονήν των δημοκρατικών Γάλλων είχον λάβει συνείδησιν της ταξικής των διαφοροποιήσεως και της δυνάμεώς των,

Σελ. 87
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/88.gif&w=550&h=800

επεθύμουν την διατήρησιν των δικαιωμάτων τα οποία κατέκτησαν μετά την πτώσιν της μακραίωνος ενετικής κυριαρχίας. Εν τούτοις δεν ήσαν σαφή τα όρια διαχωρισμού των τάξεων και των επιδιώξεων. Η μεγάλη πλειοψηφία των αριστοκρατών επέμενεν εις την διατήρησιν των αρχαίων προνομίων και είχε την αξίωσιν η συσταθησομένη Επτάνησος Πολιτεία να επιβάλη την αποκατάστασιν των όσων είχον καταργηθή υπό των Γάλλων. Το περίεργον δε είναι ότι ούτοι υπεστηρίζοντο υπό χιλιάδων ωπλισμένων χωρικών, ενώ αντιθέτως υπήρχον αριστοκράται γαιοκτήμονες, οι οποίοι απέκρουον την αναβίωσιν της παλαιάς καταστάσεως. Ως εκ τούτου, η αντίθεσις μεταξύ των δύο μερίδων ήτο οξεία, αι συγκρούσεις συνεχείς και η αναρχία μόνιμος, δεδομένου ότι υπήρχον και τα εκτός των παρατάξεων στοιχεία, τα οποία, επωφελούμενα της ανυπαρξίας του νόμου, επεδίδοντο εις λεηλασίας, αρπαγάς, ακόμη και εις πειρατείαν. Παραλλήλως, η υφισταμένη μεταξύ Αργοστολίου και Ληξουρίου αντιζηλία και αι μεταξύ των εχθροπραξίαι απεκορύφωσαν το χάος. Δέον να σημειωθή ακόμη ότι πρόσθετος αιτία αναταραχής υφίστατο εκ της μεταξύ των ευγενών αντιζηλίας, ιδίως δε των οικογενειών Ανίνου και Μεταξά, αι οποίαι είχον μεγάλην ισχύν επί των κατοίκων διαφόρων τμημάτων της νήσου, αντιζηλίας η οποία εσφράγισε την ιστορίαν της Κεφαλληνίας επί μακρά έτη.

Η επικρατούσα αναρχία δεν ημπόδισε την ευνοϊκήν υποδοχήν των Αυτοκρατορικών Επιτρόπων. Την 29ην Απριλίου οι Επίτροποι εγκατεστάθησαν εις το Διοικητήριον. Ο Καποδίστριας ωμίλησε προς τους συγκεντρωθέντας, εξέθεσε τον σκοπόν της αποστολής και την μέθοδον την οποίαν θα εφήρμοζε διά την εκτέλεσιν της εντολής που είχε, εζήτησε δε την συνδρομήν όλων διά την επιτυχίαν του έργου της. Από της πρώτης στιγμής κατέστη εμφανής ο δυναμισμός και η αποφασιστικότης του Καποδίστρια, ως και η γενναιότης αυτού διά την ανάληψιν τολμηρών πρωτοβουλιών. Η αποστολή εις Κεφαλληνίαν της Αυτοκρατορικής Επιτροπής καλύπτεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από την ιδικήν του δραστηριότητα.

* * *

Τα έγγραφα του Αρχείου της Ιονίου Γερουσίας, τα αναφερόμενα εις την ανωτέρω αποστολήν, ανέρχονται εις 48, μετ’ αρκετών συνημμένων. Εξ αυτών δημοσιεύονται εδώ τα προερχόμενα από τον Καποδίστριαν και όσα εγράφησαν υπό του ιδίου, ανεξαρτήτως εάν φέρουν και την υπογραφήν του Σιγούρου. Όπου δεν επιβεβαιοί τούτο η γραφή, το επαληθεύει το ύφος του μετέπειτα Κυβερνήτου της Ελλάδος, το οποίον έκτοτε διεμορφούτο εις εξόχως προσωπικόν. Ούτω, εκ του συνόλου των εγγράφων του σχετικού κιβωτίου δημοσιεύονται, μεταγεγραμμένα και μεταφρασμένα, είκοσι.

Η αποστολή εις Κεφαλληνίαν διήλθεν από δύο φάσεις. Η πρώτη καλύπτει το χρονικόν διάστημα από 27 Απριλίου 1801 μέχρι 25 Αυγούστου 1801. Η δευτέρα, την περίοδον 22 Σεπτεμβρίου 1802 μέχρι 9 Οκτωβρίου 1802. Κατά την πρώτην οι απεσταλμένοι είναι δύο και επιζητούν την ειρήνευσιν του τόπου εις το πλαίσιον του Βυ-

Σελ. 88
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/89.gif&w=550&h=800

Βυζαντινού Συντάγματος, βοηθουμενοι υπό στρατιωτικής δυνάμεως της Επτανήσου Πολιτείας. Κατά την δευτέραν απεσταλμένος είναι μόνον ο I. Καποδίστριας. Απεστάλη υπό του ηγεμόνος της Επτανήσου Πολιτείας μετά μονάδος ρωσσικού στρατού υπό τον Συνταγματάρχην Σορόκιν, διά τον αφοπλισμόν των παρανόμως οπλοφορούντων και αποκαλουμένων «Εγχώριος Στρατός». Η επιτυχής απόδοσίς του κατά την προηγουμένην αποστολήν επέδρασεν επί της προκρίσεώς του υπό του Ηγεμόνος διά την εφαρμογήν του υπό της «Εντίμου Αντιπροσωπείας» ψηφισθέντος νέου Συντάγματος. Ο Καποδίστριας

εκρίθη ο καταλληλότερος διά την αποστολήν αυτήν ως γνώστης του τόπου, των απαιτήσεων των κατοίκων, των αντιθέσεων και των παθών αυτών.

Τα έγγραφα του Αρχείου της Ιονίου Γερουσίας εχρησιμοποιήθησαν υπό των Ιστορικών της Επτανήσου Ερμ. Λούντζη, Γ. Μαυρογιάννη και Μάρκου Θεοτόκη. Ιδιαιτέρως αυτά απετέλεσαν την βάσιν της μελέτης του τελευταίου «Ο Ιωάννης Καποδίστριας εν Κεφαλληνία» (Κέρκυρα 1889). Εις τον παρόντα τόμον δίδονται πλήρη, άνευ περικοπών. Τα έγγραφα μετέγραψε και μετέφρασε ο κ. Αριστείδης Στεργέλλης, του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών, ο οποίος εις ακολουθούν σημείωμά του εξηγεί τον τρόπον κατά τον οποίον ειργάσθη επί των ιταλικών κειμένων του Αρχείου Καποδίστρια.

Εις το Κεφάλαιον των Σημειώσεων το αναφερόμενον εις την Αποστολήν της Κεφαλληνίας παρατίθεται η σχετική βιβλιογραφία, ως και τα απαραίτητα ερμηνευτικά σχόλια.

Σελ. 89
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/90.gif&w=550&h=800

ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ ΤΩΝ ΙΤΑΛΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Αι ιστορικαί τύχαι της Επτανήσου κατά τους νέους χρόνους είναι γνωσταί. Ζήσασα αύτη επί πολλούς αιώνας υπό τους Βενετούς, ηγάπησεν ολίγον κατ’ ολίγον τα ήθη, τον πολιτισμόν και την γλώσσαν των ισχυρών τούτων γειτόνων, ότε δε κατώρθωσε λόγω της καταλύσεως του βενετικού κράτους να αποκτήση ιδίαν πολιτικήν ύπαρξιν, ηναγκάσθη προσωρινώς να παρατείνη την χρήσιν της ιταλικής ως επισήμου γλώσσης της αρτισυστάτου Ιονίου Πολιτείας εις την αλληλογραφίαν των δημοσίων υπηρεσιών, τα δικαστήρια κλπ., επειδή ήτο η γλώσσα εις την οποίαν είχε μορφωθή και την οποίαν εχειρίζετο καλώς η άρχουσα τάξις. Μόνον επί αγγλοκρατίας εισήχθη βαθμηδόν δι’ ειδικών νόμων η χρήσις της ελληνικής, ομού μετά της αγγλικής, εις τα δικαστήρια και τας επισήμους εκδηλώσεις της Πολιτείας, αντικατασταθείσης εντελώς της ιταλικής.

Η παρουσίασις ενταύθα των ιταλικών εγγράφων του αρχείου Καποδίστρια πραγματοποιείται διά της μεταγραφής και μεταφράσεως τούτων εκ της αρχικής γλώσσης των.

Τα εκδιδόμενα έγγραφα, πλην ελαχίστων, σώζονται εις καλήν κατάστασιν, ούτω δε η ανάγνωσίς των είναι σχετικώς εύκολος. Θα ήτο δε τελειοτέρα η παρουσίασις του αρχείου, εάν τούτο δεν είχεν υποστή αφαιρέσεις και απωλείας εκ διαφόρων λόγων. Πολλά έγγραφα τα οποία έχουν χρησιμοποιήσει εις τας συγγραφάς των οι λόγιοι και ιστορικοί της Επτανήσου (Σπυρίδων Βλαντής ο νεώτερος, Ερμάννος Λούντζης, Μάρκος Θεοτόκης, Γεράσιμος Μαυρογιάννης, Κωνσταντίνος Μαχαιράς, Σπυρίδων Μ. Θεοτόκης) δεν σώζονται σήμερον, άλλα δε, των οποίων γίνεται μνεία εις τα εκδιδόμενα έγγραφα, ως συνημμένα κ.ά., δεν ευρίσκονται εις την θέσιν των.

Εις ό,τι αφορά τα σωζόμενα έγγραφα, το πρόβλημα της μεταγραφής των είναι σχετικόν προς την γλωσσικήν των μορφήν. Αύτη δεν είναι η σήμερον γραφομένη ιταλική, αλλά τύπος τις εις την διαμόρφωσιν του οποίου διαπιστούται ότι έχουν επιδράσει αρχαϊκά στοιχεία της γλώσσης, έτερα προερχόμενα εκ του βενετικού ιδιώματος, το οποίον διεδόθη εν Επτανήσω διά λόγους ιστορικούς, και τέλος άλλα οφειλόμενα εις την ελλιπή γνώσιν της γλώσσης. Άπαντα τα ιδιάζοντα ταύτα χαρακτηριστικά διετηρήθησαν μετ’ ιδιαιτέρας προσοχής εις τα μεταγραφέντα κείμενα, όπου δε κατέστη αναγκαία η επέμβασις του εκδότου, επειδή είχε διαπιστωθή αθέλητος παραδρομή, η γραφή του κειμένου διορθούται διά κριτικών συμβόλων η παρατίθεται εν υποσημειώσει. Πάντως

Σελ. 90
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/91.gif&w=550&h=800

τως, δυνάμεθα να είπωμεν ότι απαντες οι χρησιμοποιηθέντες γλωσσικοί τύποι δεν οφείλονται οπωσδήποτε εις τον Καποδίστριαν και εις την μικράν ή μεγάλην γνώσιν της γλώσσης την οποίαν είχε, διότι διαπιστούται ότι πολλά έγγραφα δεν είναι αυτόγραφα του Καποδίστρια, αλλ’ εγράφησαν καθ’ υπαγόρευσιν τούτου.

Επισημαίνονται φθογγολογικά στοιχεία ληφθέντα απ’ ευθείας εκ της Λατινικής, όπως εις τους τύπους diffic vitato, instituzione, inspirate κ.τ.ό., luoco, singuli, innanti. Εις άλλας περιπτώσεις διαπιστούται η διατήρησις παλαιοτέρων ρηματικών μορφών, όπως sperava (α΄ εν. πρόσ.), esponerebbe.

Δεύτερον χαρακτηριστικόν της γλώσσης των εγγράφων είναι η χρησιμοποίησις βενετικών λέξεων. Το ποσοστόν τούτων δεν είναι μέγα, αρκεί όμως, διά να χαρακτηρισθή η γλώσσα των εγγράφων ουχί εντελώς καθαρά. Τοιαύται είναι : ca1afaο (καλαφάτης, ο τεχνίτης ο καθιστών το πλοίον στεγανόν), ciνiera (είδος ξυλίνου κιβωτίου διά μεταφοράν ειδών δομήσεως), comprita (αγορά), cugno (κώνος εκ ξύλου χρησιμοποιούμενος κατά την σκόπευσιν πυροβόλου), degrado (μείωσις, υποβιβασμός), doana (τελωνείον), grοpetο (μικρός ήλος), manera-manerinο (μεγάλος και μικρός πέλεκυς), manuense (γραφεύς, κωδικογράφος), matare (τοποθετείν εξάρτια), mistri (οικοδόμος), sbiaca (ψιμύθιον), sogezionar (υποτάσσειν, υπάγειν), trespio (τρίπους, εμπόδιον), tripier (ο εστιάτωρ ο πωλών κοιλίας ζώου, κ. «πατσά») καί τινα άλλα στοιχεία δευτερευούσης σημασίας.

Τέλος, παρατηρούνται ωρισμέναι παρεκκλίσεις εκ της τυπικής ιταλικής, αι οποίαι δύνανται να αποδοθούν είτε εις την διαφοροποίησιν της ιταλικής εν Επτανήσω είτε και εις ελλιπή γνώσιν αυτής. Αι διαφοραί αύται αναφέρονται εις το τυπικόν της γραμματικής, εις φθογγικάς αλλοιώσεις, εις προσθήκας περιττών γραμμάτων και εις αφαιρέσεις άλλων. Πάντα ταύτα μετεγράφησαν ως έχουν, άνευ κριτικού συμβόλου, διότι, ως εκ της επαναλήψεώς των, συμπεραίνεται ότι δεν προέρχονται εκ παραδρομής.

Ούτω παρατηρείται αντικατάστασις του e διά του a εις την πρώτην συλλαβήν της καταλήξεως του Ενεστώτος της Υποθετικής και του Μέλλοντος της Οριστικής της πρώτης συζυγίας (necessit-arebbe, sembrerebbe, rassegn-aremo, κλπ.). Εις την Υποθετικήν ανήκουν οι ασυνήθεις τύποι avressimo, sapressimo (αντί των κανονικών avremmo, sapremmo), ενώ εις τον Παρατατικόν της Υποτακτικής παρατηρείται μεταβολή της καταλήξεως -sse εις sce- (aνesce, fosce)· εις την ιδίαν έγκλισιν ανήκουν και τα αδόκιμα sieno (αντί siano) και faccino αντί facciano). Εκτός τούτων επισημαίνεται ο τύπος νidemo, ο οποίος ανήκει εις τον χρόνον του Απομεμακρυσμένου Παρελθόντος της Οριστικής (αντί του κανονικού vedemmo) και η κατάληξις -indo του γερουνδίου των εις -ire ρημάτων (αντί -endo).

Σελ. 91
http://62.217.127.123/~jkok/kapodistrias/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/home/jkok/public_html/kapodistrias/uploads/book_files/1/gif/92.gif&w=550&h=800

 Εις ωρισμένας περιπτώσεις γραφή όπως anno (= hanno) θα ηδύνατο να δημιουργήση σύγχυσιν, και διά τούτο αποκαθίσταται εντός αγκυλών το παραλειφθέν h. Οι τύποι του Ενεστώτος του αυτού ρήματος ho και ha αποδίδονται κατά κανόνα ο και α.

Εις τα ονόματα δεν παρατηρούνται πολλαί ανωμαλίαι εν σχέσει προς την σημερινήν μορφήν της γλώσσης. Η κυριωτέρα τούτων είναι η εις -j κατάληξις του Πληθυντικού των εις -io ονομάτων και το αριθμητικόν mille, του οποίου ο Ενικός έχει πολλάκις και έννοιαν Πληθυντικού (αντί mila).

Ως προς τους φθόγγους παρατηρούνται: α) Εναλλαγαί: των u και ο (divolgazione, borrasca, pontuale, αντί divulgazione, burrasca, puntuale, αλλά και ulivo αντί olivo)· των e και a (cancellarla, segretaria, giandarmeria, αντί cancelleria, segreteria, gendarmeria)· των z και c (dispazzi, calze, αντί dispacci, calce, αλλά και imparcialità, impacienza, αντί imparzialità, impazienza)· β) προσθήκαι: trinciera, sciegliere, saggiezza, sciambecco, αντί trincera, scegliere, saggezza, sciabecco· γ) αφαιρέσεις: του c προ του q, επειδή δεν καθίσταται αντιληπτόν εκ της προφοράς (aquartierare, aquistare, piaque, αντί acquartierare, acquistare, piacque).

Κατά την μεταγραφήν διετηρήθησαν ως έχουν αι παράγραφοι του πρωτοτύπου, αναμορφωθείσαι εν τη μεταφράσει κατά την απαίτησιν του νοήματος.

Το πρόβλημα του μεταφραστού, κατά ποίον δηλ. βαθμόν πρέπει να μένη πιστός εις το πρωτότυπον εις βάρος της σαφήνειας και της διατυπώσεως, απησχόλησε και ημάς. Τα μεταφραζόμενα έγγραφα εις πολλάς περιπτώσεις διακρίνει η άνισος επιμέλεια του ύφους, επειδή ίσως κατά την σύνταξιν των εγγράφων εφηρμόσθη σύστημα το οποίον ημπόδιζε τον άμεσον έλεγχον του νοήματος και της εκφράσεως. Ευρέθημεν ενίοτε εις δύσκολον θέσιν αν και κατά πόσον έπρεπε να βελτιώσωμεν μίαν ατελή, από απόψεως συντάξεως π.χ., περίοδον. Γενικώς όμως η μετάφρασις εγένετο οσο το δυνατόν πιστότερον προς το κείμενον. Δεδομένου μάλιστα ότι τα μεταφραζόμενα κείμενα είναι καθαρώς ιστορικά, πάσα επέμβασις εις την διατύπωσιν εγένετο μετά ιδιαιτέρας προσοχής, όπου δε εχρειάσθη να προστεθούν ωρισμέναι λέξεις αύται ετέθησαν εντός αγκυλών.

ΣΥΜΒΟΛΑ

< > : προσθετέα ένεκα παραδρομής

<.................> μετά δείκτου : φθορά της οποίας δηλούται η έκτασις

[ ] : οβελιστέα

( ) : ανάπτυξις συντομογραφιών

Πλάγια στοιχεία εντός αμβλυγωνίων αγκυλών < > : προσθετέα ένεκα φθοράς.

ΑΡΙΣΤ. ΣΤΕΡΓΕΛΛΗΣ

Σελ. 92
Φόρμα αναζήτησης
Αναζήτηση λέξεων και φράσεων εντός του βιβλίου: Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Α΄
Αποτελέσματα αναζήτησης
    Σελίδα: 73

    τεύσεις με τας συμμάχους Αυλάς εις τρόπον ώστε να αχθούν να συμπράξουν μετά της Ρωσσίας κατά των Τούρκων δι’ ην περίπτωσιν ούτοι ήθελον εξακολουθήσει απορρίπτοντες τας προτάσεις μας.

    Η μακροθυμία και η μετριοπάθεια αίτινες διέκρινον τας απαιτήσεις μας παρεγνωρίσθησαν τελείως υπό της Πύλης, της Αυστρίας και της Αγγλίας.

    Η Πρωσσία και η Γαλλία ανεγνώρισαν πλήρως την έλλειψιν υστεροβουλίας και την ευρύτητα των αντιλήψεων της Αυτού Μεγαλειότητος, εξέφρασαν δε την επιθυμίαν να ενωθούν μετά της Ρωσσίας ίνα ανακόψουν τας τρομεράς προόδους της αναρχίας και αποτρέψουν τας καταιγίδας αι οποίαι ημαύρωναν τον ορίζοντα της Ανατολής.

    Η Α. Μ. ο Βασιλεύς της Αγγλίας επεχείρησε τότε ταξίδιον εις Αννόβερον121, εκεί δε μετέβη και ο πρωθυπουργός της Αυστρίας. Είναι πιθανόν ότι αι συχναί του συνδιαλέξεις μετά του λόρδου Κάστλερεη είχον ως μόνον θέμα τας περί του τουρκικού ζητήματος ανακοινώσεις μας. Το πραγματικόν αίτιον των συνομιλιών τούτων παρέμεινεν εις ημάς αγνωστον· το γεγονός όμως είναι ότι έκτοτε αι δύο αύται κυβερνήσεις, χωρίς να καταπολεμήσουν ή να ανασκευάσουν τας προτάσεις μας, συστηματικώς απέκρουσαν αυτάς, η δε έπαρσις και η επιμονή της Πύλης έναντι της Ρωσσίας εδιπλασιάσθη.

    Λαμβάνων υπ’ όψει την κατάστασιν ταύτην επανηρχόμην κατ’ επανάληψιν εις τας ιδιαιτέρας συνομιλίας μου μετά του Αυτοκράτορος επί της απαραιτήτου ανάγκης να παύσωμεν διαπραγματευόμενοι και να δράσωμεν. Εξέθετον εις Αυτόν ότι ίσως αι ανακοινώσεις μας είχον προκαλέσει την εν Αννοβέρω συνάντησιν· ότι η συνάντησις αύτη θα έδωκεν εις τους Τούρκους την βεβαιότητα ότι η Ρωσσία ουδέποτε θα εχρησιμοποίει την ισχύν των όπλων διά να τύχη ικανοποιήσεως· ότι η αναβολή της δράσεως θα συνεπλήρωνε την δήωσιν και καταστροφήν των παριστρίων ηγεμονιών· ότι οι Έλληνες θα έπαυον ευρισκόμενοι εντός της σφαίρας της ρωσσικής επιρροής· ότι, εάν η τοιαύτη νέα κατάστασις διετηρείτο και επαγιούτο, τα μεγάλα συμφέροντα της Ρωσσίας εν Ανατολή θα ευρίσκοντο εν προφανεί κινδύνω· ότι τότε η Αυτού Μεγαλειότης θα ηναγκάζετο να προστατεύση ταύτα ουχί μόνον έναντι της αμαθείας και της τυφλής ωμότητος των Τούρκων αλλά και έναντι του εμπορικού εγωισμού της Αγγλίας και της ζηλοτύπου ανησυχίας της Αυστρίας· τέλος ότι όσον περισσότερον εφοβούμεθα τώρα να προβώμεν εις στρατιωτικήν επίδειξιν παρά τον Δούναβιν, επί τοσούτον ο πόλεμος, τον οποίον θα ηναγκάζετο μίαν ημέραν η Ρωσσία να διεξαγάγη εκεί, θα κατήντα σοβαρώτερος και συγχρόνως περισσότερον άκαρπος, καθ’ όσον αύτη δεν θα εύρισκε πλέον τί να σώση και διότι ουδείς πλέον θα

    121. Ως γνωστόν, το Αννόβερον, εξ ου κατήγετο η εν Αγγλία βασιλεύουσα δυναστεία, διετέλεσεν εν προσωπική ενώσει μετά της Μεγάλης Βρεττανίας μέχρι της εις τον αγγλικόν θρόνον αναρρήσεως της Βασιλίσσης Βικτωρίας κατά το 1837 (εν Αννοβέρω δεν ανεγνωρίζετο δικαίωμα διαδοχής εις τα θήλεα).